Anonymous

ἐπηλυγάζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), " to "$1$2, "
m (Text replacement - "]]μαι " to "μαι]] ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+), " to "$1, ")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[ἐπισκιάζω]]). Παρασύνθετο ἀπό τό [[ἐπί]] + [[ἠλύγη]] (=σκοτάδι, [[σκιά]]) καί τό [[ἠλύγη]] ἀπό τό α προθεμ. στερητ. + [[λύγη]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἐπηλύγαιος]] (=[[σκοτεινός]]), [[ἐπηλυγισμός]], [[ἐπῆλυξ]] (=[[σκέπασμα]]), [[ἐπηλυγίζομαι]]. Ἀπό τήν ἴδια ρίζα οἱ λέξεις: [[λύκη]], [[λυκόφως]], [[λύχνος]], [[λευκός]] κ.λπ.
|mantxt=(=[[ἐπισκιάζω]]). Παρασύνθετο ἀπό τό [[ἐπί]] + [[ἠλύγη]] (=[[σκοτάδι]], [[σκιά]]) καί τό [[ἠλύγη]] ἀπό τό α προθεμ. στερητ. + [[λύγη]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[ἐπηλύγαιος]] (=[[σκοτεινός]]), [[ἐπηλυγισμός]], [[ἐπῆλυξ]] (=[[σκέπασμα]]), [[ἐπηλυγίζομαι]]. Ἀπό τήν ἴδια ρίζα οἱ λέξεις: [[λύκη]], [[λυκόφως]], [[λύχνος]], [[λευκός]] κ.λπ.
}}
}}