Anonymous

ἄβουλος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $2$3"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+), ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+), ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+), ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+);" to "$1 , $3, $4, $5;")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $3")
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[ἀσύνετος]], [[ἀσυλλόγιστος]], [[ἀπερίσκεπτος]], στόν Πλάτωνα αὐτός πού δέ θέλει). Ἀπό τό α στερητ. + [[βουλή]], ἀπό ὅπου καί οἱ λέξεις: [[ἀβουλέω]] -ῶ (=δέ [[θέλω]], ἐναντιοῦμαι), [[ἀβούλητος]] (=[[ἀκούσιος]], [[ἀσύμφωνος]] πρός τήν [[ἐπιθυμία]] κάποιου, [[δυσάρεστος]]), ἀβουλήτως (=[[ἀκουσίως]]), [[ἀβουλία]] (=[[ἀπερισκεψία]]), [[ἀβούλημα]] (=[[αὐτό]] πού [[ἔχει]] γίνει ἀπερίσκεπτα).
|mantxt=(=[[ἀσύνετος]], [[ἀσυλλόγιστος]], [[ἀπερίσκεπτος]], στόν Πλάτωνα αὐτός πού δέ θέλει). Ἀπό τό α στερητ. + [[βουλή]], ἀπό ὅπου καί οἱ λέξεις: [[ἀβουλέω]] -ῶ (=δέ [[θέλω]], [[ἐναντιοῦμαι]]), [[ἀβούλητος]] (=[[ἀκούσιος]], [[ἀσύμφωνος]] πρός τήν [[ἐπιθυμία]] κάποιου, [[δυσάρεστος]]), ἀβουλήτως (=[[ἀκουσίως]]), [[ἀβουλία]] (=[[ἀπερισκεψία]]), [[ἀβούλημα]] (=[[αὐτό]] πού [[ἔχει]] γίνει ἀπερίσκεπτα).
}}
}}