Anonymous

πλάττω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $2$3"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\(=)(\w+)(\))" to "$1$3")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $3")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[δίνω]] σέ κάτι [[μορφή]], διαπλάθω). Δέν εἶναι βέβαιη ἡ ρίζα του. Ἴσως παράγεται ἀπό ρίζα πλαθ+j+ω = [[πλάττω]]. Ἴσως ἀκόμη ἀπό ρίζα πλατ- ([[πλατύς]]) ἤ ἀπό ρίζα πλακ-.<br><b>Παράγωγα:</b> [[πλάσις]] (=[[μόρφωση]]), [[κατάπλασις]], [[πλάσμα]] (=[[ὁμοίωμα]]), [[κατάπλασμα]], [[πρόπλασμα]], [[πλασματίας]] (=[[ψεύτικος]]), [[πλασματικός]], [[πλασμός]], [[μεταπλασμός]], [[πλαστέον]], [[πλάστης]], [[πλαστήριον]], [[πλαστικός]], [[πλαστός]], [[ἀδιάπλαστος]], [[εὔπλαστος]], [[καταπλαστός]], [[ἔμπλαστρον]], [[κοροπλάθος]] (=αὐτός πού φτιάχνει κοῦκλες), [[πηλοπλάθος]].
|mantxt=(=[[δίνω]] σέ κάτι [[μορφή]], [[διαπλάθω]]). Δέν εἶναι βέβαιη ἡ ρίζα του. Ἴσως παράγεται ἀπό ρίζα πλαθ+j+ω = [[πλάττω]]. Ἴσως ἀκόμη ἀπό ρίζα πλατ- ([[πλατύς]]) ἤ ἀπό ρίζα πλακ-.<br><b>Παράγωγα:</b> [[πλάσις]] (=[[μόρφωση]]), [[κατάπλασις]], [[πλάσμα]] (=[[ὁμοίωμα]]), [[κατάπλασμα]], [[πρόπλασμα]], [[πλασματίας]] (=[[ψεύτικος]]), [[πλασματικός]], [[πλασμός]], [[μεταπλασμός]], [[πλαστέον]], [[πλάστης]], [[πλαστήριον]], [[πλαστικός]], [[πλαστός]], [[ἀδιάπλαστος]], [[εὔπλαστος]], [[καταπλαστός]], [[ἔμπλαστρον]], [[κοροπλάθος]] (=αὐτός πού φτιάχνει κοῦκλες), [[πηλοπλάθος]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=att. = [[πλάσσω]].
|ptext=att. = [[πλάσσω]].
}}
}}