Anonymous

θωρακίζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $2$3"
m (Text replacement - "]]μαι " to "μαι]] ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\]\],) ([\p{Greek}]+)(\))" to "$1 $3")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 32: Line 32:
}}
}}
{{mantoulidis
{{mantoulidis
|mantxt=(=[[ὁπλίζω]] μέ θώρακα). Ἀπό τό οὐσ. [[θώραξ]] τοῦ [[θωρήσσω]] ποιητ. τύπου τοῦ [[θωρακίζω]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[θωράκιον]] (ὑποκορ. = [[προτείχισμα]], προφυλακτήριο), [[θωρακισμός]], [[ἀθωράκιστος]], [[θωρακοφόρος]], [[θωρηκτής]], [[θώρηξις]].
|mantxt=(=[[ὁπλίζω]] μέ θώρακα). Ἀπό τό οὐσ. [[θώραξ]] τοῦ [[θωρήσσω]] ποιητ. τύπου τοῦ [[θωρακίζω]].<br><b>Παράγωγα:</b> [[θωράκιον]] (ὑποκορ. = [[προτείχισμα]], [[προφυλακτήριο]]), [[θωρακισμός]], [[ἀθωράκιστος]], [[θωρακοφόρος]], [[θωρηκτής]], [[θώρηξις]].
}}
}}