3,277,179
edits
m (Text replacement - "(?s)({{elru\n\|elrutext.*}}\n)({{.*}}\n)({{pape.*}})" to "$3 $1$2") |
m (Text replacement - "τῶν" to "τῶν") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συντετραίνω:''' μέλ. <i>-τρήσω</i>, αόρ. βʹ <i>-έτρησα</i>, Παθ. παρακ. -[[τέτρημαι]]·<br /><b class="num">I.</b> [[διατρυπώ]] προκειμένου να ενώσω· [[συντετραίνω]] τοὺς μυχοὺς ἀλλήλοις, [[οδηγώ]] τα ρεύματα των ποταμών ώστε να συναντηθούν τα ύδατά τους, σε Ηρόδ.· <i>ἕτερον</i> ([[μέταλλον]]) συντρῆσαι εἰς τὰ | |lsmtext='''συντετραίνω:''' μέλ. <i>-τρήσω</i>, αόρ. βʹ <i>-έτρησα</i>, Παθ. παρακ. -[[τέτρημαι]]·<br /><b class="num">I.</b> [[διατρυπώ]] προκειμένου να ενώσω· [[συντετραίνω]] τοὺς μυχοὺς ἀλλήλοις, [[οδηγώ]] τα ρεύματα των ποταμών ώστε να συναντηθούν τα ύδατά τους, σε Ηρόδ.· <i>ἕτερον</i> ([[μέταλλον]]) συντρῆσαι εἰς τὰ τῶν [[πλησίον]], [[διατρυπώ]] υπογείως και [[εισέρχομαι]] στα [[μεταλλεία]] των γειτόνων μου, σε Δημ. — Παθ., μεταφέρομαι μέσω μιας διόδου ή ενός αγωγού, που συνδέουν πράγματα [[μεταξύ]] τους, σε Πλάτ., Αριστ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ., δι' [[ὤτων]] συντέτραινε μῦθον, άσε τα [[λόγια]] να διαπερνούν τα αυτιά [[σου]], σε Αισχύλ. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |