Anonymous

ἔπειτα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "τῶν" to "τῶν"
m (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s'-äöüÄÖÜßÆæ]+), ([\w\s'-äöüÄÖÜßÆæ]+), ([\w\s'-äöüÄÖÜßÆæ]+)(<\/b>)" to "$2, $3, $4")
m (Text replacement - "τῶν" to "τῶν")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />ensuite :<br /><b>I.</b> <i>avec idée de succession</i>;<br /><b>1</b> [[ensuite]], [[puis]];<br /><b>2</b> <i>pour marquer une suite dans le récit</i> : [[νῆσος]] ἔπειτά [[τις]] ἔστι OD eh bien donc alors il y a une île;<br /><b>3</b> <i>pour marquer une conséquence, comme syn. de</i> [[οὖν]], donc, par suite : [[οὐ]] [[σύ]] γ’ [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι IL tu n’es donc pas descendant de Tydée ; ἔπειθ’ [[ἑλοῦ]] [[γε]] [[θάτερα]] SOPH eh bien donc, choisis l'un ou l'autre;<br /><b>4</b> <i>pour marquer une conséquence dans le raisonnement</i> : [[εἰ]] δ’ ἐτεὸν δὴ ἀγορεύεις, [[ἐξ]] [[ἄρα]] [[δή]] [[τοι]] [[ἔπειτα]] θεοὶ φρένας ὤλεσαν IL si tu dis vraiment (ce que tu penses), c'est qu’alors les dieux t’ont fait perdre la raison;<br /><b>5</b> <i>pour marquer une sorte de contradiction</i> : [[ὅστις]] ἀνθρώπου φύσιν βλαστὼν [[ἔπειτα]] μὴ κατ’ ἄνθρωπον φρονῇ SOPH quiconque né avec la nature d'un homme n'a cependant pas ensuite les sentiments d'un homme ; <i>particul. dans les prop. interr. avec une nuance d’indignation ou d’ironie</i> : ἔπειτ’ [[οὐκ]] οἴει φροντίζειν τοὺς θεοὺς [[τῶν]] ἀνθρώπων ; XÉN et après cela tu ne penses pas que les dieux se soucient des hommes ?;<br /><b>II.</b> <i>avec idée d’avenir</i> :<br /><b>1</b> <i>en parl. d'un avenir prochain</i> τό τ’ [[ἔπειτα]] καὶ τὸ μέλλον καὶ τὸ [[πρίν]] SOPH ce qui surviendra immédiatement après, et l'avenir et le passé;<br /><b>2</b> <i>en parl. d’avenir en gén.</i> ὁ [[ἔπειτα]] [[χρόνος]] le temps à venir ; [[ἐν]] [[τῷ]] [[ἔπειτα]] PLAT dans l'avenir ; τὸ [[ἔπειτα]], τὰ [[ἔπειτα]] EUR l'avenir, <i>qqf</i> la postérité : οἱ [[ἔπειτα]] les descendants, la postérité;<br /><b>3</b> à l'avenir, désormais, <i>en gén.</i> : [[πῶς]] ἂν ἔπειτ’ Ὀδυσῆος ἐγὼ θείοιο λαθοίμην ; IL comment pourrais-je désormais ne pas penser au divin Ulysse ?<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[εἶτα]].
|btext=<i>adv.</i><br />ensuite :<br /><b>I.</b> <i>avec idée de succession</i>;<br /><b>1</b> [[ensuite]], [[puis]];<br /><b>2</b> <i>pour marquer une suite dans le récit</i> : [[νῆσος]] ἔπειτά [[τις]] ἔστι OD eh bien donc alors il y a une île;<br /><b>3</b> <i>pour marquer une conséquence, comme syn. de</i> [[οὖν]], donc, par suite : [[οὐ]] [[σύ]] γ’ [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι IL tu n’es donc pas descendant de Tydée ; ἔπειθ’ [[ἑλοῦ]] [[γε]] [[θάτερα]] SOPH eh bien donc, choisis l'un ou l'autre;<br /><b>4</b> <i>pour marquer une conséquence dans le raisonnement</i> : [[εἰ]] δ’ ἐτεὸν δὴ ἀγορεύεις, [[ἐξ]] [[ἄρα]] [[δή]] [[τοι]] [[ἔπειτα]] θεοὶ φρένας ὤλεσαν IL si tu dis vraiment (ce que tu penses), c'est qu’alors les dieux t’ont fait perdre la raison;<br /><b>5</b> <i>pour marquer une sorte de contradiction</i> : [[ὅστις]] ἀνθρώπου φύσιν βλαστὼν [[ἔπειτα]] μὴ κατ’ ἄνθρωπον φρονῇ SOPH quiconque né avec la nature d'un homme n'a cependant pas ensuite les sentiments d'un homme ; <i>particul. dans les prop. interr. avec une nuance d’indignation ou d’ironie</i> : ἔπειτ’ [[οὐκ]] οἴει φροντίζειν τοὺς θεοὺς τῶν ἀνθρώπων ; XÉN et après cela tu ne penses pas que les dieux se soucient des hommes ?;<br /><b>II.</b> <i>avec idée d’avenir</i> :<br /><b>1</b> <i>en parl. d'un avenir prochain</i> τό τ’ [[ἔπειτα]] καὶ τὸ μέλλον καὶ τὸ [[πρίν]] SOPH ce qui surviendra immédiatement après, et l'avenir et le passé;<br /><b>2</b> <i>en parl. d’avenir en gén.</i> ὁ [[ἔπειτα]] [[χρόνος]] le temps à venir ; [[ἐν]] [[τῷ]] [[ἔπειτα]] PLAT dans l'avenir ; τὸ [[ἔπειτα]], τὰ [[ἔπειτα]] EUR l'avenir, <i>qqf</i> la postérité : οἱ [[ἔπειτα]] les descendants, la postérité;<br /><b>3</b> à l'avenir, désormais, <i>en gén.</i> : [[πῶς]] ἂν ἔπειτ’ Ὀδυσῆος ἐγὼ θείοιο λαθοίμην ; IL comment pourrais-je désormais ne pas penser au divin Ulysse ?<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[εἶτα]].
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 38: Line 38:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔπειτα:''' Ιων. -ειτεν, επίρρ. ([[ἐπί]], [[εἶτα]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> δηλώνει [[ακολουθία]], [[ευθύς]], [[έπειτα]], [[αμέσως]] [[έπειτα]], Λατ. [[deinde]], όταν βρίσκεται σε ισχυρή [[αντίθεση]] με προηγηθείσα [[πράξη]] ή [[κατάσταση]] με ιστορικούς χρόνους, [[μετά]] ταύτα, [[κατόπιν]], με μέλ., [[εφεξής]], εν συνεχεία, σε Όμηρ. κ.λπ.· στη [[διήγηση]], πρῶτον [[μέν]]..., ακολουθ. από το [[ἔπειτα]] δέ..., Λατ. [[primum]]..., [[deinde]]..., σε Θουκ. κ.λπ.· πρὶν [[μέν]]..., <i>ἔπ. δέ..</i>., σε Σοφ.· με οριστ. [[άρθρο]], <i>τὸ ἔπ</i>., αυτό που ακολουθεί, το επόμενο, στον ίδ.· <i>οἱ ἔπ</i>. μελλοντικές γενιές, οι μεταγενέστεροι, σε Αισχύλ.· ὁ ἔπ. [[βίος]], σε Πλάτ.· <i>ἐν τῷ ἔπ</i>. (ενν. <i>χρόνῳ</i>), στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το [[εἶτα]], με [[ρήμα]] που ακολουθεί μτχ., μειδήσασα δ' ἐπ' ἑῷ [[ἐγκάτθετο]] κόλπῳ, χαμογέλασε και [[έπειτα]] το τοποθέτησε στο [[στήθος]] της, σε Ομήρ. Ιλ.· [[συχνά]], λέγεται για να δηλώσει [[έκπληξη]] ή παρόμοια συναισθήματα, κι [[έπειτα]], και παρ' όλα αυτά, τὸ μητρὸς [[αἷμα]] ἐκχέας ἔπ. δώματ' οἰκήσεις πατρός; [[αφού]] έχυσες το [[αίμα]] της μητέρας [[σου]], παρ' όλα αυτά θα κατοικήσεις στον οίκο του [[πατέρα]] [[σου]]; σε Αισχύλ.<br /><b class="num">3.</b> [[μετά]] από [[χρονικό]] σύνδ., [[μετά]], στη [[συνέχεια]], [[ἐπειδὴ]] σφαίρῃ πειρήσαντο, [[ὠρχείσθην]] δὴ ἔπ., [[αφού]] τελείωσαν το [[παιχνίδι]] της σφαίρας στη [[συνέχεια]] χόρεψαν, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">4.</b> [[μετά]] από τα <i>εἰ</i> ή <i>ἤν</i>, [[τότε]] [[βεβαίως]], <i>εἰ δ' ἐτεὸν ἀγορεύεις</i>, ἐξ [[ἄρα]] δή [[τοι]] ἔπ. θεοὶ φρένας ὤλεσαν, εάν λες την [[αλήθεια]], [[τότε]] βεβαίωσε ότι οι θεοί σε έχουν τρελάνει, σε Ομήρ. Ιλ.· το ίδιο κι όταν η [[απόδοση]] είναι [[ερώτηση]]: <i>εἰ κελεύετε</i>, [[πῶς]] ἂν ἔπειτ' Ὀδυσῆος λαθοίμην; πώς [[μπορώ]] εγώ σε τέτοια [[περίπτωση]]; στο ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> λέγεται για [[ακολουθία]] ή [[συμπέρασμα]], [[γιατί]] [[τότε]], γι' αυτό, για τούτο, οὐ σύ γ' [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι, στο ίδ.<br /><b class="num">2.</b> χρησιμοποιείται στην [[έναρξη]] διήγησης, [[λοιπόν]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> στην Αττ., στην [[εισαγωγή]] εμφατικών ερωτήσεων, και [[λοιπόν]]..., <i>ἔπ. τοῦ δέει;</i> σε Αριστοφ.· χρησιμοποιείται για [[δήλωση]] έκπληξης, αληθώς, μα την [[αλήθεια]], όχι δα; [[πράγματι]]; <i>ἔπειτ' οὐκ οἴει φροντίζειν</i> (τοὺς θεοὺς [[τῶν]] ἀνθρώπων)<i>;</i> σε Ξεν.· [[ἔπειτα]] [[δῆτα]] [[δοῦλος]] ὤν κόμην ἔχεις; σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ἔπειτα:''' Ιων. -ειτεν, επίρρ. ([[ἐπί]], [[εἶτα]])·<br /><b class="num">I. 1.</b> δηλώνει [[ακολουθία]], [[ευθύς]], [[έπειτα]], [[αμέσως]] [[έπειτα]], Λατ. [[deinde]], όταν βρίσκεται σε ισχυρή [[αντίθεση]] με προηγηθείσα [[πράξη]] ή [[κατάσταση]] με ιστορικούς χρόνους, [[μετά]] ταύτα, [[κατόπιν]], με μέλ., [[εφεξής]], εν συνεχεία, σε Όμηρ. κ.λπ.· στη [[διήγηση]], πρῶτον [[μέν]]..., ακολουθ. από το [[ἔπειτα]] δέ..., Λατ. [[primum]]..., [[deinde]]..., σε Θουκ. κ.λπ.· πρὶν [[μέν]]..., <i>ἔπ. δέ..</i>., σε Σοφ.· με οριστ. [[άρθρο]], <i>τὸ ἔπ</i>., αυτό που ακολουθεί, το επόμενο, στον ίδ.· <i>οἱ ἔπ</i>. μελλοντικές γενιές, οι μεταγενέστεροι, σε Αισχύλ.· ὁ ἔπ. [[βίος]], σε Πλάτ.· <i>ἐν τῷ ἔπ</i>. (ενν. <i>χρόνῳ</i>), στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> όπως το [[εἶτα]], με [[ρήμα]] που ακολουθεί μτχ., μειδήσασα δ' ἐπ' ἑῷ [[ἐγκάτθετο]] κόλπῳ, χαμογέλασε και [[έπειτα]] το τοποθέτησε στο [[στήθος]] της, σε Ομήρ. Ιλ.· [[συχνά]], λέγεται για να δηλώσει [[έκπληξη]] ή παρόμοια συναισθήματα, κι [[έπειτα]], και παρ' όλα αυτά, τὸ μητρὸς [[αἷμα]] ἐκχέας ἔπ. δώματ' οἰκήσεις πατρός; [[αφού]] έχυσες το [[αίμα]] της μητέρας [[σου]], παρ' όλα αυτά θα κατοικήσεις στον οίκο του [[πατέρα]] [[σου]]; σε Αισχύλ.<br /><b class="num">3.</b> [[μετά]] από [[χρονικό]] σύνδ., [[μετά]], στη [[συνέχεια]], [[ἐπειδὴ]] σφαίρῃ πειρήσαντο, [[ὠρχείσθην]] δὴ ἔπ., [[αφού]] τελείωσαν το [[παιχνίδι]] της σφαίρας στη [[συνέχεια]] χόρεψαν, σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">4.</b> [[μετά]] από τα <i>εἰ</i> ή <i>ἤν</i>, [[τότε]] [[βεβαίως]], <i>εἰ δ' ἐτεὸν ἀγορεύεις</i>, ἐξ [[ἄρα]] δή [[τοι]] ἔπ. θεοὶ φρένας ὤλεσαν, εάν λες την [[αλήθεια]], [[τότε]] βεβαίωσε ότι οι θεοί σε έχουν τρελάνει, σε Ομήρ. Ιλ.· το ίδιο κι όταν η [[απόδοση]] είναι [[ερώτηση]]: <i>εἰ κελεύετε</i>, [[πῶς]] ἂν ἔπειτ' Ὀδυσῆος λαθοίμην; πώς [[μπορώ]] εγώ σε τέτοια [[περίπτωση]]; στο ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> λέγεται για [[ακολουθία]] ή [[συμπέρασμα]], [[γιατί]] [[τότε]], γι' αυτό, για τούτο, οὐ σύ γ' [[ἔπειτα]] Τυδέος ἔκγονός ἐσσι, στο ίδ.<br /><b class="num">2.</b> χρησιμοποιείται στην [[έναρξη]] διήγησης, [[λοιπόν]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">3.</b> στην Αττ., στην [[εισαγωγή]] εμφατικών ερωτήσεων, και [[λοιπόν]]..., <i>ἔπ. τοῦ δέει;</i> σε Αριστοφ.· χρησιμοποιείται για [[δήλωση]] έκπληξης, αληθώς, μα την [[αλήθεια]], όχι δα; [[πράγματι]]; <i>ἔπειτ' οὐκ οἴει φροντίζειν</i> (τοὺς θεοὺς τῶν ἀνθρώπων)<i>;</i> σε Ξεν.· [[ἔπειτα]] [[δῆτα]] [[δοῦλος]] ὤν κόμην ἔχεις; σε Αριστοφ.
}}
}}
{{etym
{{etym