Anonymous

ὀργά: Difference between revisions

From LSJ
8 bytes removed ,  9 December 2022
m
Text replacement - "τοῦ" to "τοῦ"
mNo edit summary
m (Text replacement - "τοῦ" to "τοῦ")
Line 1: Line 1:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[ὀργά]] (-ά, -ᾷ, -άν, -αί, -αῖς, -άς.) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>a</b> [[temper]], [[disposition]] pl., feelings, impulses (v. Illig, 38&#774;{1}) εὐανθεῖ δ' ἐν ὀργᾷ παρμένων (P. 1.89) ὑποφάτιες ὀργαῖς ἀτενὲς ἀλωπέκων ἴκελοι (P. 2.77) “ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲ θεμισσαμένους [[ὀργὰς]] ὑφαίνειν λοιπὸν ὄλβον” (P. 4.141) “ἔτραπε [[μείλιχος]] ὀργὰ παρφάμεν τοῦτον λόγον” (P. 9.43) [[τοῖο]] δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: [[τοῦ]] δ' ὀργὰν codd., Schr.: [[τοῦ]] δ' ἄῤ ὀργὰν Rauchenstein) (N. 5.32) εἰ δ' ἀρετᾷ κατάκειται πᾶσαν ὀργάν (sc. [[τις]]; toto pectore, Schr.: ἀρετὰ κατατάκει coni. Beattie) (I. 1.41) μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ, [[ὅσον]] ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης [[ὑπὲρ]] ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν (= ὅσῳ γλυκυτέραν ὀργάν) (I. 2.35) ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ μεγαλήτορες ὀργαὶ Αἰακοῦ παίδων τε (sc. ἀνυμνοῦνται) (I. 5.34) τοίαισιν ὀργαῖς εὔχεται ἀντιάσαις Ἀίδαν γῆράς τε δέξασθαι πολιὸν ὁ Κλεονίκου [[παῖς]] (I. 6.14) [[Ἄρτεμις]] ζεύξαισ' ἐν ὀργαῖς Βακχίαις [[φῦλον]] λεόντων [[frenzy]] Δ. 2. 20. [<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>b</b> dub., ὀργαῖς πάσαις (codd. contra metr.: ἄρχεις Bowra, alii alia coni.) (P. 6.50) ]
|sltr=[[ὀργά]] (-ά, -ᾷ, -άν, -αί, -αῖς, -άς.) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>a</b> [[temper]], [[disposition]] pl., feelings, impulses (v. Illig, 38&#774;{1}) εὐανθεῖ δ' ἐν ὀργᾷ παρμένων (P. 1.89) ὑποφάτιες ὀργαῖς ἀτενὲς ἀλωπέκων ἴκελοι (P. 2.77) “ἀλλ' ἐμὲ χρὴ καὶ σὲ θεμισσαμένους [[ὀργὰς]] ὑφαίνειν λοιπὸν ὄλβον” (P. 4.141) “ἔτραπε [[μείλιχος]] ὀργὰ παρφάμεν τοῦτον λόγον” (P. 9.43) [[τοῖο]] δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δ' ὀργὰν codd., Schr.: τοῦ δ' ἄῤ ὀργὰν Rauchenstein) (N. 5.32) εἰ δ' ἀρετᾷ κατάκειται πᾶσαν ὀργάν (sc. [[τις]]; toto pectore, Schr.: ἀρετὰ κατατάκει coni. Beattie) (I. 1.41) μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ, [[ὅσον]] ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης [[ὑπὲρ]] ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν (= ὅσῳ γλυκυτέραν ὀργάν) (I. 2.35) ἀλλ' ἐν Οἰνώνᾳ μεγαλήτορες ὀργαὶ Αἰακοῦ παίδων τε (sc. ἀνυμνοῦνται) (I. 5.34) τοίαισιν ὀργαῖς εὔχεται ἀντιάσαις Ἀίδαν γῆράς τε δέξασθαι πολιὸν ὁ Κλεονίκου [[παῖς]] (I. 6.14) [[Ἄρτεμις]] ζεύξαισ' ἐν ὀργαῖς Βακχίαις [[φῦλον]] λεόντων [[frenzy]] Δ. 2. 20. [<br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>b</b> dub., ὀργαῖς πάσαις (codd. contra metr.: ἄρχεις Bowra, alii alia coni.) (P. 6.50) ]
}}
}}
{{bailly
{{bailly