Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀναλδής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+), ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+) <i>" to "$1 $2, $3 <i>")
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναλδής''': -ές, ([[ἀλδαίνω]]) ὁ μὴ προκόπτων, ὁ μὴ [[καλῶς]] ἀναπτυσσόμενος, «οἵ τε καρποὶ οἱ γινόμενοι αὐτέοισι πάντες ἀναλδέες [[εἰσί]]», «ἀναυξεῖς» Ἐρωτιαν., κοιν. «ἀρρωστιάρικοι», Ἱππ. περὶ Ἀέρ. LXXXIII, ἔκδ. Κοραῆ. Ἴδε σημ. τοῦ [[αὐτοῦ]] ἐν Β΄ τόμ. Γαλλ. ἔκδ. σ. 233· πρβλ. Ἀριστοφ. Σφ. 1045. 2) ἐνεργ., ὁ παρακωλύων τὴν αὔξησιν, Ἄρατ. 333.
|lstext='''ἀναλδής''': -ές, ([[ἀλδαίνω]]) ὁ μὴ προκόπτων, ὁ μὴ [[καλῶς]] ἀναπτυσσόμενος, «οἵ τε καρποὶ οἱ γινόμενοι αὐτέοισι πάντες ἀναλδέες [[εἰσί]]», «ἀναυξεῖς» Ἐρωτιαν., κοιν. «ἀρρωστιάρικοι», Ἱππ. περὶ Ἀέρ. LXXXIII, ἔκδ. Κοραῆ. Ἴδε σημ. τοῦ αὐτοῦ ἐν Β΄ τόμ. Γαλλ. ἔκδ. σ. 233· πρβλ. Ἀριστοφ. Σφ. 1045. 2) ἐνεργ., ὁ παρακωλύων τὴν αὔξησιν, Ἄρατ. 333.
}}
}}
{{grml
{{grml