Anonymous

ἀπογράφω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ"
m (Text replacement - "jur" to "jur")
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπογράφω''': [ᾰ]: μέλλ. -ψω, [[καταγράφω]], [[ἀντιγράφω]], καὶ ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, βάλλω τινὰ νά μοι κάμῃ ἀντίγραφον, νὰ ἀντιγράψῃ τι δι’ ἐμὲ, Πλάτ. Χαρμ. 156Α, Πλούτ. 2. 221Β: [[μεταφράζω]], ὀνόματα Πλάτ. Κριτί. 113Β. ΙΙ. [[καταγράφω]] ἐν καταλόγῳ, [[ἔθνος]] ἓν ἔκαστον… ἀπέγραφον οἱ γραμματισταὶ Ἡρόδ. 7. 100· μέσ. ποιοῦμαι καταγραφὴν πρὸς ἐμὴν χρῆσιν, ὁ αὐτ. 5. 29: - Παθ. ἐγγράφομαι, καταγράφομαι, παρὰ τοῖς ἄρχουσι Πλάτ. Νόμ. 914C, πρβλ. Μένανδ. ἐν «Κεκρυφάλῳ» 1· πρὸς τὸν ἄρχοντα Ἰσαῖος 60. 34: πρβλ. [[συναπογράφομαι]]. 2) Μέσ. [[ὡσαύτως]], [[καταγράφω]] πρὸς χρῆσίν μου, τὰ ἔτεα Ἡρόδ. 2. 145., 3. 136, Πλάτ., κτλ. 3) Μέσ. [[ὡσαύτως]], δίδω τὸ ὄνομά μου, ἐγγράφομαι ἐν τῷ καταλόγῳ, Λυσ. 172. 1· πρὸς τὸν ταξίαρχον εἰς τὴν τάξιν Ξεν. Κύρ. 2. 1, 18· [[ἔξεστι]] τοῖς ἀπογραψαμένοις ἐκκλησιάζειν Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 13, 3· ἀπογρ. ἐμπελτοφόρας (ὅ ἐ. εἰς πελτοφόρους) (Keil) Ἐπιγρ. Δελφ. 4· [[οὕτως]], εἰς τοὺς γυμνικοὺς ἀγῶνας ἀπογραψάμενος πυγμὴν ἢ [[παγκράτιον]], ἐγγραφεὶς διά..., Πολύβ. 40. 6, 8, (ἀπογραψάμενος [[πύκτης]] Ἀνθ. Π. 11. 75)· ἐπὶ στρατηγίαν ἀπ., ἐγγράφομαι ὡς [[ὑποψήφιος]] διὰ τὴν στρατηγίαν, Πλουτ. Σύλλ. 5· ἐγγράφομαι ὡς [[πολίτης]], Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 13. 3. ΙΙΙ. ὡς Ἀττ. δικανικὸς ὅρος, 1) ἀπ. τινά, [[ἐγγράφω]] τινὸς τὸ [[ὄνομα]] [[ὅπως]] εἰσαγάγω κατηγορίαν κατ’ [[αὐτοῦ]], [[εἰσάγω]], [[παραδίδω]] ἀντίγραφον τῆς κατ’ [[αὐτοῦ]] κατηγορίας, Ἀνδοκ. 2. 46, κτλ.: - [[καθόλου]], [[καταμηνύω]], αποκηρύττω τινά, Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 11· μετ’ αἰτιατ. καὶ ἀπαρ., Λυσ. 111. 2: - Μέσ., [[ἐγγράφω]] τὸ ὄνομά μου ὡς κατηγόρου, ἐγκαλῶ, Ἀντιφῶν 145. 29 κἑξ.· ἀπ. ἀπογραφὴν Δημ. 1043 ἐν τέλ. ἐπὶ τοῦ ἄρχοντος πρὸς ὃν γίνεται ἡ [[καταγγελία]], ἀπογράφεσθαι τὴν δίκην Ἀντιφῶν 146. 13, κτλ.: ἐν τῷ παθ., ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου προσώπου, ἀπ. φόνου δίκην ὁ αὐτ. 145. 32, Λυσ. 108. 25, κτλ. 2) [[εἰσάγω]], δίδω κατάλογον, ἐν ᾧ ὑπάρχει καταγεγραμμένη ἡ [[περιουσία]], περὶ ἧς ὑπάρχει ἰσχυρισμός ὅτι ἀνήκει εἰς τὴν πολιτείαν, ἐνῷ κατακρατεῖται ὑπό τινος πολίτου, Λυσ. 148. 26, κτλ., πρβλ. Δημ. 1246. 7. 20· ἀπ. οὐσίαν τινὸς ὡς δημοσίαν οὖσαν Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Εὐξενίππου 43, πρβλ. Δημ. 752. 7: - [[καθόλου]], εισάγω κατάλογον ἢ καταγραφὴν περιουσίας, τὸ [[πλῆθος]] τῆς αὐτῶν οὐσίας Πλάτ. Νόμ. 754D· τὰ χωρία, τὰς οἰκίας, τὴν οὐσίαν Δημ. 609, ἐν τέλ., 1015. 10:- Μέσ., ἐνεργῶ [[ὥστε]] [[τοιοῦτος]] [[κατάλογος]] νὰ εἰσαχθῇ, [[φροντίζω]] [[ὥστε]] νὰ γείνῃ τὸ τοιοῦτο, Λυσ. 120. 44, κ. ἀλλ.· ἀπογραφὴν ἀπογράψασθαι Δημ. 1043 ἐν τέλ., πρβλ. Ἰσαῖον 67. 23., 87. 25· τὴν ἀπόλειψιν οὗτοι πρὸς τὸν ἄρχοντ’ ἀπεγράψαντο Δημ. 868. 17. β) [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ. προσ., ἀπέγραψε [[ταῦτα]]... ἔχοντα αὐτὸν, ἐγγράφως ἀνεγνώρισεν ὅτι εἶχεν εἰς τὴν κατοχὴν αὑτοῦ..., ὁ αὐτ. 817 ἐν τέλ., πρβλ. 828. 15: - ἐν τῷ παθ., καταγράφομαι ἐν τῷ καταλόγῳ [τῶν χρεῶν], ὁ αὐτ. 791. 24. Πρβλ. ἀπογραφὴ καὶ Att. Process. 255.
|lstext='''ἀπογράφω''': [ᾰ]: μέλλ. -ψω, [[καταγράφω]], [[ἀντιγράφω]], καὶ ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, βάλλω τινὰ νά μοι κάμῃ ἀντίγραφον, νὰ ἀντιγράψῃ τι δι’ ἐμὲ, Πλάτ. Χαρμ. 156Α, Πλούτ. 2. 221Β: [[μεταφράζω]], ὀνόματα Πλάτ. Κριτί. 113Β. ΙΙ. [[καταγράφω]] ἐν καταλόγῳ, [[ἔθνος]] ἓν ἔκαστον… ἀπέγραφον οἱ γραμματισταὶ Ἡρόδ. 7. 100· μέσ. ποιοῦμαι καταγραφὴν πρὸς ἐμὴν χρῆσιν, ὁ αὐτ. 5. 29: - Παθ. ἐγγράφομαι, καταγράφομαι, παρὰ τοῖς ἄρχουσι Πλάτ. Νόμ. 914C, πρβλ. Μένανδ. ἐν «Κεκρυφάλῳ» 1· πρὸς τὸν ἄρχοντα Ἰσαῖος 60. 34: πρβλ. [[συναπογράφομαι]]. 2) Μέσ. [[ὡσαύτως]], [[καταγράφω]] πρὸς χρῆσίν μου, τὰ ἔτεα Ἡρόδ. 2. 145., 3. 136, Πλάτ., κτλ. 3) Μέσ. [[ὡσαύτως]], δίδω τὸ ὄνομά μου, ἐγγράφομαι ἐν τῷ καταλόγῳ, Λυσ. 172. 1· πρὸς τὸν ταξίαρχον εἰς τὴν τάξιν Ξεν. Κύρ. 2. 1, 18· [[ἔξεστι]] τοῖς ἀπογραψαμένοις ἐκκλησιάζειν Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 13, 3· ἀπογρ. ἐμπελτοφόρας (ὅ ἐ. εἰς πελτοφόρους) (Keil) Ἐπιγρ. Δελφ. 4· [[οὕτως]], εἰς τοὺς γυμνικοὺς ἀγῶνας ἀπογραψάμενος πυγμὴν ἢ [[παγκράτιον]], ἐγγραφεὶς διά..., Πολύβ. 40. 6, 8, (ἀπογραψάμενος [[πύκτης]] Ἀνθ. Π. 11. 75)· ἐπὶ στρατηγίαν ἀπ., ἐγγράφομαι ὡς [[ὑποψήφιος]] διὰ τὴν στρατηγίαν, Πλουτ. Σύλλ. 5· ἐγγράφομαι ὡς [[πολίτης]], Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 13. 3. ΙΙΙ. ὡς Ἀττ. δικανικὸς ὅρος, 1) ἀπ. τινά, [[ἐγγράφω]] τινὸς τὸ [[ὄνομα]] [[ὅπως]] εἰσαγάγω κατηγορίαν κατ’ αὐτοῦ, [[εἰσάγω]], [[παραδίδω]] ἀντίγραφον τῆς κατ’ αὐτοῦ κατηγορίας, Ἀνδοκ. 2. 46, κτλ.: - [[καθόλου]], [[καταμηνύω]], αποκηρύττω τινά, Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 11· μετ’ αἰτιατ. καὶ ἀπαρ., Λυσ. 111. 2: - Μέσ., [[ἐγγράφω]] τὸ ὄνομά μου ὡς κατηγόρου, ἐγκαλῶ, Ἀντιφῶν 145. 29 κἑξ.· ἀπ. ἀπογραφὴν Δημ. 1043 ἐν τέλ. ἐπὶ τοῦ ἄρχοντος πρὸς ὃν γίνεται ἡ [[καταγγελία]], ἀπογράφεσθαι τὴν δίκην Ἀντιφῶν 146. 13, κτλ.: ἐν τῷ παθ., ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου προσώπου, ἀπ. φόνου δίκην ὁ αὐτ. 145. 32, Λυσ. 108. 25, κτλ. 2) [[εἰσάγω]], δίδω κατάλογον, ἐν ᾧ ὑπάρχει καταγεγραμμένη ἡ [[περιουσία]], περὶ ἧς ὑπάρχει ἰσχυρισμός ὅτι ἀνήκει εἰς τὴν πολιτείαν, ἐνῷ κατακρατεῖται ὑπό τινος πολίτου, Λυσ. 148. 26, κτλ., πρβλ. Δημ. 1246. 7. 20· ἀπ. οὐσίαν τινὸς ὡς δημοσίαν οὖσαν Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Εὐξενίππου 43, πρβλ. Δημ. 752. 7: - [[καθόλου]], εισάγω κατάλογον ἢ καταγραφὴν περιουσίας, τὸ [[πλῆθος]] τῆς αὐτῶν οὐσίας Πλάτ. Νόμ. 754D· τὰ χωρία, τὰς οἰκίας, τὴν οὐσίαν Δημ. 609, ἐν τέλ., 1015. 10:- Μέσ., ἐνεργῶ [[ὥστε]] [[τοιοῦτος]] [[κατάλογος]] νὰ εἰσαχθῇ, [[φροντίζω]] [[ὥστε]] νὰ γείνῃ τὸ τοιοῦτο, Λυσ. 120. 44, κ. ἀλλ.· ἀπογραφὴν ἀπογράψασθαι Δημ. 1043 ἐν τέλ., πρβλ. Ἰσαῖον 67. 23., 87. 25· τὴν ἀπόλειψιν οὗτοι πρὸς τὸν ἄρχοντ’ ἀπεγράψαντο Δημ. 868. 17. β) [[ὡσαύτως]] μετ’ αἰτ. προσ., ἀπέγραψε [[ταῦτα]]... ἔχοντα αὐτὸν, ἐγγράφως ἀνεγνώρισεν ὅτι εἶχεν εἰς τὴν κατοχὴν αὑτοῦ..., ὁ αὐτ. 817 ἐν τέλ., πρβλ. 828. 15: - ἐν τῷ παθ., καταγράφομαι ἐν τῷ καταλόγῳ [τῶν χρεῶν], ὁ αὐτ. 791. 24. Πρβλ. ἀπογραφὴ καὶ Att. Process. 255.
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR