Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἁνδάνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(btext.*?<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+), ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+) :" to "$1 $2, $3 :")
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἁνδάνω''': [ᾰ]: παρατ. ἥνδανον, Ἐπ. ἑήνδανον, παρὰ τοῖς Ἴωσι πεζογράφοις ἑάνδανον Ἡρόδ. 9. 5 καὶ 19 (ἐν 7. 172., 8. 29 τὰ χφα ἔχουσιν ἥνδανον): - μέλλ. [[ἁδήσω]] Ἡρόδ. 5. 39: - πρκμ. ἅδηκα Ἱππῶν. 90· ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] ἕᾱδα Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 867 (γεγραμμένον ἔαδα ἐν Θεοκρ. 27. 22)· μετ. ἑαδὼς (ἴδε κατωτ.): - ἀόρ. ἕᾰδον Ἡρόδ. 4. 201., 6. 106. - Ἐπ. εὕᾰδον (ὅ ἐ. ἔFαδον) Ἰλ. Ξ. 340, Ὀδ. Π. 28· ἀλλ’ ὁ Ὅμ. ἔχει [[ὡσαύτως]] [[ἅδον]] [ᾰ] Ἰλ. Ν. 748· γ΄ ἑν. ὑποτακτ. ἅδῃ Ἡρόδ. 1. 133· εὐκτ. ἅδοι Ὀδ. Υ. 327· ἀπαρ. [[ἁδεῖν]] Ἰλ. Γ. 173, Σοφ. Ἀντ. 89. (Ἐκ √ΣFΑΔ· πρβλ. Σανσκρ. svad, svad-âmi (gusto placeo), svâd-us (dulcis), Λατ. sua-vis (ὅ ἐ. suadvis), suad-eo, Γοτθ. sut-is, Παλαιο-Σκανδιν. sœt-r (ἢ [[μᾶλλον]] sœtr), Ἀγγλοσαξ. swêt-e, Παλ. Ὑψ. Γερμ. suoz-i (süss). Ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης πιθανῶς παράγονται καὶ τὰ [[ἥδομαι]], [[ἡδύς]], ἧδος, [[ἡδονή]], ἄσμενος, [[ἴσως]] δὲ καὶ τὸ ἑδανός). Ἀρέσκω, εὐαρεστῶ, [[τέρπω]], κατὰ τὸ πλεῖστον Ἰων. καὶ ποιητ. ἐν χρήσει ὡς τὸ [[ἥδομαι]] ἐξαιρέσει τῆς συντάξεως, ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ μετὰ δοτ. προσ. Ὅμ., Ἡρόδ., Πίνδ., κτλ.· [[ὡσαύτως]] μετὰ διπλῆς δοτ., ἀλλ’ οὐκ Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ἥνδανε θυμῷ Ἰλ. Α. 24, πρβλ. Ὀδ. ΙΙ. 28· εἴ σφωϊν κραδίῃ ἅδοι Υ. 327· Πηνελοπείῃ ἥνδανε μύθοισι, οἱ λόγοι [[αὐτοῦ]] ἦσαν εὐχάριστοι τῇ Πηνελόπῃ, Π. 398: - ἐν τῇ φράσει ἀδόντα δ’ εἴη με τοῖς ἀγαθοῖς ὁμιλεῖν, ἡ δοτικὴ ἀνήκει εἴς τε τὴν μετοχὴν καὶ τὸ ἀπαρέμφ., Πινδ. Π. 2 ἐν τέλ.· - ἀπολ., τοῖσι δὲ πᾶσιν ἑαδότα μῦθον ἔειπεν Ἰλ. Ι. 173, Ὀδ. Σ. 422. 2) ἂν τὸ [[ἁνδάνω]] δύναται νὰ συντάσσηται μετὰ αἰτιατ. (ὡς τὸ [[ἀρέσκω]] ΙΙΙ.), δυνάμεθα νὰ ἀποδεχθῶμεν τὴν γραφὴν πολλῶν χειρογράφων ἐν Εὐρ. Ὀρ. 1607· οὐ γάρ μ’ ἁνδάνουσι, καὶ ἁνδάνουσα μὲν φυγῇ πολίτας ἐν Μηδ. 12· βεβαίως εὑρίσκομεν νόον δ’ ἐμὸν [[οὔτις]] ἔαδε ἐν Θεοκρ. 27. 22· ἀλλ’ ἐν Θεόγν. 26 ἀντὶ τοῦ οὐδ’ ὁ [[Ζεύς|Ζεὺς]] ὕων πάντας ἁνδάνει, ἡ πιθανωτέρα γραφὴ [[εἶναι]] πάντεσσ’. ΙΙ. παρ’ Ἡροδ. ἁνδάνει ὡς τὸ Λατ. placet ἐκφράζει τὴν γνώμην ὁμίλου ἀνθρώπων, οὔ σφι ἥνδανε [[ταῦτα]] 7. 172, πρβλ. 9. 5· τοῖσι τὰ ἀμείνω ἑάνδανε 9. 19· μετ’ ἀπαρεμ., τοῖσι δὲ ἕαδε μὲν βοηθέειν Ἀθηναίοισι 6. 106, πρβλ. 4. 145, 153, 201: - Ὁ Ὅμηρ. ἔχει τὸ [[ῥῆμα]] τοῦτο ἀπροσώπως ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας: ἐπεί νύ τοι εὔαδεν [[οὕτως]] [ἐνν. ποιεῖν] Ἰλ. Ρ. 647, πρβλ. Ὀδ. Β. 114. - τὰ FεFαδηκότα quae placuerunt, Λοκρ. Ἐπιγρ. παρὰ Hicks 63. ΙΙΙ. ἐν Ἀνθ. Π. 10. 7 ἀπαντᾷ τὸ [[μέσον]] ἁνδάνεται, οὐδ’ [[ἑκατόμβη]] τόσσον, ὅσον τιμὴ δαίμοσιν ἁνδάνεται.
|lstext='''ἁνδάνω''': [ᾰ]: παρατ. ἥνδανον, Ἐπ. ἑήνδανον, παρὰ τοῖς Ἴωσι πεζογράφοις ἑάνδανον Ἡρόδ. 9. 5 καὶ 19 (ἐν 7. 172., 8. 29 τὰ χφα ἔχουσιν ἥνδανον): - μέλλ. [[ἁδήσω]] Ἡρόδ. 5. 39: - πρκμ. ἅδηκα Ἱππῶν. 90· ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] ἕᾱδα Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 867 (γεγραμμένον ἔαδα ἐν Θεοκρ. 27. 22)· μετ. ἑαδὼς (ἴδε κατωτ.): - ἀόρ. ἕᾰδον Ἡρόδ. 4. 201., 6. 106. - Ἐπ. εὕᾰδον (ὅ ἐ. ἔFαδον) Ἰλ. Ξ. 340, Ὀδ. Π. 28· ἀλλ’ ὁ Ὅμ. ἔχει [[ὡσαύτως]] [[ἅδον]] [ᾰ] Ἰλ. Ν. 748· γ΄ ἑν. ὑποτακτ. ἅδῃ Ἡρόδ. 1. 133· εὐκτ. ἅδοι Ὀδ. Υ. 327· ἀπαρ. [[ἁδεῖν]] Ἰλ. Γ. 173, Σοφ. Ἀντ. 89. (Ἐκ √ΣFΑΔ· πρβλ. Σανσκρ. svad, svad-âmi (gusto placeo), svâd-us (dulcis), Λατ. sua-vis (ὅ ἐ. suadvis), suad-eo, Γοτθ. sut-is, Παλαιο-Σκανδιν. sœt-r (ἢ [[μᾶλλον]] sœtr), Ἀγγλοσαξ. swêt-e, Παλ. Ὑψ. Γερμ. suoz-i (süss). Ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης πιθανῶς παράγονται καὶ τὰ [[ἥδομαι]], [[ἡδύς]], ἧδος, [[ἡδονή]], ἄσμενος, [[ἴσως]] δὲ καὶ τὸ ἑδανός). Ἀρέσκω, εὐαρεστῶ, [[τέρπω]], κατὰ τὸ πλεῖστον Ἰων. καὶ ποιητ. ἐν χρήσει ὡς τὸ [[ἥδομαι]] ἐξαιρέσει τῆς συντάξεως, ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ μετὰ δοτ. προσ. Ὅμ., Ἡρόδ., Πίνδ., κτλ.· [[ὡσαύτως]] μετὰ διπλῆς δοτ., ἀλλ’ οὐκ Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ἥνδανε θυμῷ Ἰλ. Α. 24, πρβλ. Ὀδ. ΙΙ. 28· εἴ σφωϊν κραδίῃ ἅδοι Υ. 327· Πηνελοπείῃ ἥνδανε μύθοισι, οἱ λόγοι αὐτοῦ ἦσαν εὐχάριστοι τῇ Πηνελόπῃ, Π. 398: - ἐν τῇ φράσει ἀδόντα δ’ εἴη με τοῖς ἀγαθοῖς ὁμιλεῖν, ἡ δοτικὴ ἀνήκει εἴς τε τὴν μετοχὴν καὶ τὸ ἀπαρέμφ., Πινδ. Π. 2 ἐν τέλ.· - ἀπολ., τοῖσι δὲ πᾶσιν ἑαδότα μῦθον ἔειπεν Ἰλ. Ι. 173, Ὀδ. Σ. 422. 2) ἂν τὸ [[ἁνδάνω]] δύναται νὰ συντάσσηται μετὰ αἰτιατ. (ὡς τὸ [[ἀρέσκω]] ΙΙΙ.), δυνάμεθα νὰ ἀποδεχθῶμεν τὴν γραφὴν πολλῶν χειρογράφων ἐν Εὐρ. Ὀρ. 1607· οὐ γάρ μ’ ἁνδάνουσι, καὶ ἁνδάνουσα μὲν φυγῇ πολίτας ἐν Μηδ. 12· βεβαίως εὑρίσκομεν νόον δ’ ἐμὸν [[οὔτις]] ἔαδε ἐν Θεοκρ. 27. 22· ἀλλ’ ἐν Θεόγν. 26 ἀντὶ τοῦ οὐδ’ ὁ [[Ζεύς|Ζεὺς]] ὕων πάντας ἁνδάνει, ἡ πιθανωτέρα γραφὴ [[εἶναι]] πάντεσσ’. ΙΙ. παρ’ Ἡροδ. ἁνδάνει ὡς τὸ Λατ. placet ἐκφράζει τὴν γνώμην ὁμίλου ἀνθρώπων, οὔ σφι ἥνδανε [[ταῦτα]] 7. 172, πρβλ. 9. 5· τοῖσι τὰ ἀμείνω ἑάνδανε 9. 19· μετ’ ἀπαρεμ., τοῖσι δὲ ἕαδε μὲν βοηθέειν Ἀθηναίοισι 6. 106, πρβλ. 4. 145, 153, 201: - Ὁ Ὅμηρ. ἔχει τὸ [[ῥῆμα]] τοῦτο ἀπροσώπως ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας: ἐπεί νύ τοι εὔαδεν [[οὕτως]] [ἐνν. ποιεῖν] Ἰλ. Ρ. 647, πρβλ. Ὀδ. Β. 114. - τὰ FεFαδηκότα quae placuerunt, Λοκρ. Ἐπιγρ. παρὰ Hicks 63. ΙΙΙ. ἐν Ἀνθ. Π. 10. 7 ἀπαντᾷ τὸ [[μέσον]] ἁνδάνεται, οὐδ’ [[ἑκατόμβη]] τόσσον, ὅσον τιμὴ δαίμοσιν ἁνδάνεται.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth