Anonymous

ἀτελής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ"
m (Text replacement - "τῶν" to "τῶν")
m (Text replacement - "αὐτοῦ" to "αὐτοῦ")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀτελής''': -ές, [[ἄνευ]] τέλους, δηλ., 1) ὁ μὴ ἐνεχθεὶς εἰς [[τέλος]] ἢ [[πέρας]], μὴ τελεσθείς, [[ἀτέλεστος]], τῷ κε καὶ οὐκ ἀτελὴς Θάνατος μνηστῆρσι γένοιτο Ὀδ. Ρ. 546· [[εἰρήνη]] ἐγένετο [[ἀτελής]], ἡ [[εἰρήνη]] δὲν κατωρθώνη νὰ γείνῃ, Ξεν. Ἑλλ. 4. 8, 15. 2) οὐχὶ [[πλήρης]], [[ἀτελείωτος]], ἀτελῆ σοφίας καρπὸν δρέπειν Πινδ. Ἀποσπ. 227· τὰ μὲν λελεγμένα ἄρρητ’ ἐγώ σοι κἀτελῆ φυλάξομαι Σοφ. Ἠλ. 1012· ἀτελεῖ τῇ νίκῃ… ἀνέστησαν Θουκ. 8. 27· ἐπὶ οἰκοδομήματος, [[αὐτόθι]] 40· [[ἄνευ]] τέλους ἢ σκοποῦ, Λατ. irritus, ἡ [[φύσις]] οὐθέν… ἀτελὲς ποιεῖ Ἀριστ. Πολιτικ. 1. 8, 12. 3) ὁ ἀρχόμενος, ὁ ἀρχὴν λαμβάνων, ὁ [[μήπω]] συντελεσθείς, ἐπὶ αὐξήσεως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 807· ἔρημον καὶ ἀτ. φιλοσοφίαν λείπειν Πλάτ. Πολ. 495C· ᾠὰ ἀτ. Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 3. 21. 14· ζῷα [[αὐτόθι]] 4. 6, 1, καὶ ἀλλ.· πολῖται ἀτ., cives non optimo jure, αὐτ. Πολ. 3. 1, 5· ἀτ. συλλογισμὸς ὁ αὐτ. Ἀναλυτ. Πρ. 1. 1, 7. κ. ἀλλ.· ἀτ. ποιεῖν τινα Λουκ. περὶ τῆς Συρίης Θ. 20: - Ἐπίρρ. -λῶς, οὐχὶ ἐντελῶς, Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 1, 5, Πλούτ. 2. 472F. 4) ὁ μὴ ἔχων [[τέλος]], ἀτελῆ δ’ ὄντε [[δήπου]] παντάπασιν ἀπείρω γίγνεσθον Πλάτ. Φίληβ. 24Β. ΙΙ. ὁ μὴ φέρων τι εἰς [[πέρας]], ὁ μὴ ἐπιτυγχάνων τοῦ σκοποῦ [[αὐτοῦ]], Λατ. re infecta, ἀτελεῖ νόῳ Πινδ. Ν. 3. 74· ἐπὶ προσώπων, Ὀρφέα δὲ τὸν Οἰάγρου ἀτελῆ ἀπέπεμψαν ἐξ ᾍδου, [[φάσμα]] δείξαντες τῆς γυναικὸς ἐφ’ ἣν ἦκεν Πλάτ. Συμπ. 179D· μετὰ γεν., ἀτελὴς τῆς θέας ὁ αὐτ. Φαῖδρ, 248Β· ἀτελὴς [[περί]] τινος, μὴ ἐντελῶς [[κατάλληλος]], Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 11, 9· ἀτελὴς εἴς τι Φίλων 2. 417· μετ’ ἀπαρεμ. [[ἀνίκανος]] νὰ πράξῃ τι ἀποτελεσματικῶς, [[ἄκυρος]] καὶ ἀτ. σῶσαι Ἀνδοκ. 30. 12. 2) ὁ μὴ ἐκπληρῶν, [[ὄφρα]] μὴ ταμίᾳ Κυράνας ἀτελὴς γένοιτο μαντύμασιν Πινδ. Π. 5. 83. ΙΙΙ. ([[τέλος]] IV.) ἀπηλλαγμένος φόρων ἢ εἰσφορῶν, «ἀσύδοτος», Λατ. immunis, ἢ ἀπολ., ὡς παρ’ Ἡροδ. 2. 168., 3. 91 καὶ Λυσ. 908. 3· ἢ μετὰ γεν., ἀτελὴς τῶν ἄλλων, ἀπηλλαγμένος πάντων τῶν ἄλλων φόρων, Ἡρόδ. 1. 192· καρπῶν ἀτ., ἀπηλλαγμένος ἀπὸ τῆς δεκάτης ἐπὶ τῶν προϊόντων, ὁ αὐτ. 6. 46· τῶν ἄλλων λειτουργιῶν Δημ. 595. 4· στρατείας ὁ αὐτ. 568. 11· πάντων πραγμάτων ἀτελεῖς Συλλ. Ἐπιγρ. 2. 737 β, πρβλ. Ἀριστ. Πολ. 2. 9, 18. β) ἐπὶ πραγμάτων, [[ἀφορολόγητος]], Δημ. 917. 26, πρβλ. 1044. 17. 2) ἐπὶ χρηματικοῦ ποσοῦ, τὸ μὴ ὑποκείμενον εἰς ἔκπτωσιν, «καθαρόν», «σωστόν», χιλίους ἀνθρώπους οὓς… ἐξεμίσθωσεν, ἐφ’ ᾦ ὀβολὸν… ἀτελῆ ἑκάστου τῆς ἡμέρας ἀποδιδόναι Ξεν. Πόρ. 4. 14 καὶ ἑξ.· [[τριάκοντα]] μνᾶς ἀτελεῖς ἐλάμβανε τοῦ ἐνιαυτοῦ Δημ. 816. 8· ἀτελέα ἔστω Συλλ. Ἐπιγρ. 2550. 23. 3) οὐχὶ [[δαπανηρός]], Σοφ. Ἀποσπ. 248, Ἄμφις ἐν «Πανὶ» 1. IV. ([[τέλος]] V) [[ἀμύητος]], μετὰ γεν., ἱερῶν Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 481.
|lstext='''ἀτελής''': -ές, [[ἄνευ]] τέλους, δηλ., 1) ὁ μὴ ἐνεχθεὶς εἰς [[τέλος]] ἢ [[πέρας]], μὴ τελεσθείς, [[ἀτέλεστος]], τῷ κε καὶ οὐκ ἀτελὴς Θάνατος μνηστῆρσι γένοιτο Ὀδ. Ρ. 546· [[εἰρήνη]] ἐγένετο [[ἀτελής]], ἡ [[εἰρήνη]] δὲν κατωρθώνη νὰ γείνῃ, Ξεν. Ἑλλ. 4. 8, 15. 2) οὐχὶ [[πλήρης]], [[ἀτελείωτος]], ἀτελῆ σοφίας καρπὸν δρέπειν Πινδ. Ἀποσπ. 227· τὰ μὲν λελεγμένα ἄρρητ’ ἐγώ σοι κἀτελῆ φυλάξομαι Σοφ. Ἠλ. 1012· ἀτελεῖ τῇ νίκῃ… ἀνέστησαν Θουκ. 8. 27· ἐπὶ οἰκοδομήματος, [[αὐτόθι]] 40· [[ἄνευ]] τέλους ἢ σκοποῦ, Λατ. irritus, ἡ [[φύσις]] οὐθέν… ἀτελὲς ποιεῖ Ἀριστ. Πολιτικ. 1. 8, 12. 3) ὁ ἀρχόμενος, ὁ ἀρχὴν λαμβάνων, ὁ [[μήπω]] συντελεσθείς, ἐπὶ αὐξήσεως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 807· ἔρημον καὶ ἀτ. φιλοσοφίαν λείπειν Πλάτ. Πολ. 495C· ᾠὰ ἀτ. Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 3. 21. 14· ζῷα [[αὐτόθι]] 4. 6, 1, καὶ ἀλλ.· πολῖται ἀτ., cives non optimo jure, αὐτ. Πολ. 3. 1, 5· ἀτ. συλλογισμὸς ὁ αὐτ. Ἀναλυτ. Πρ. 1. 1, 7. κ. ἀλλ.· ἀτ. ποιεῖν τινα Λουκ. περὶ τῆς Συρίης Θ. 20: - Ἐπίρρ. -λῶς, οὐχὶ ἐντελῶς, Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 1, 5, Πλούτ. 2. 472F. 4) ὁ μὴ ἔχων [[τέλος]], ἀτελῆ δ’ ὄντε [[δήπου]] παντάπασιν ἀπείρω γίγνεσθον Πλάτ. Φίληβ. 24Β. ΙΙ. ὁ μὴ φέρων τι εἰς [[πέρας]], ὁ μὴ ἐπιτυγχάνων τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ, Λατ. re infecta, ἀτελεῖ νόῳ Πινδ. Ν. 3. 74· ἐπὶ προσώπων, Ὀρφέα δὲ τὸν Οἰάγρου ἀτελῆ ἀπέπεμψαν ἐξ ᾍδου, [[φάσμα]] δείξαντες τῆς γυναικὸς ἐφ’ ἣν ἦκεν Πλάτ. Συμπ. 179D· μετὰ γεν., ἀτελὴς τῆς θέας ὁ αὐτ. Φαῖδρ, 248Β· ἀτελὴς [[περί]] τινος, μὴ ἐντελῶς [[κατάλληλος]], Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 11, 9· ἀτελὴς εἴς τι Φίλων 2. 417· μετ’ ἀπαρεμ. [[ἀνίκανος]] νὰ πράξῃ τι ἀποτελεσματικῶς, [[ἄκυρος]] καὶ ἀτ. σῶσαι Ἀνδοκ. 30. 12. 2) ὁ μὴ ἐκπληρῶν, [[ὄφρα]] μὴ ταμίᾳ Κυράνας ἀτελὴς γένοιτο μαντύμασιν Πινδ. Π. 5. 83. ΙΙΙ. ([[τέλος]] IV.) ἀπηλλαγμένος φόρων ἢ εἰσφορῶν, «ἀσύδοτος», Λατ. immunis, ἢ ἀπολ., ὡς παρ’ Ἡροδ. 2. 168., 3. 91 καὶ Λυσ. 908. 3· ἢ μετὰ γεν., ἀτελὴς τῶν ἄλλων, ἀπηλλαγμένος πάντων τῶν ἄλλων φόρων, Ἡρόδ. 1. 192· καρπῶν ἀτ., ἀπηλλαγμένος ἀπὸ τῆς δεκάτης ἐπὶ τῶν προϊόντων, ὁ αὐτ. 6. 46· τῶν ἄλλων λειτουργιῶν Δημ. 595. 4· στρατείας ὁ αὐτ. 568. 11· πάντων πραγμάτων ἀτελεῖς Συλλ. Ἐπιγρ. 2. 737 β, πρβλ. Ἀριστ. Πολ. 2. 9, 18. β) ἐπὶ πραγμάτων, [[ἀφορολόγητος]], Δημ. 917. 26, πρβλ. 1044. 17. 2) ἐπὶ χρηματικοῦ ποσοῦ, τὸ μὴ ὑποκείμενον εἰς ἔκπτωσιν, «καθαρόν», «σωστόν», χιλίους ἀνθρώπους οὓς… ἐξεμίσθωσεν, ἐφ’ ᾦ ὀβολὸν… ἀτελῆ ἑκάστου τῆς ἡμέρας ἀποδιδόναι Ξεν. Πόρ. 4. 14 καὶ ἑξ.· [[τριάκοντα]] μνᾶς ἀτελεῖς ἐλάμβανε τοῦ ἐνιαυτοῦ Δημ. 816. 8· ἀτελέα ἔστω Συλλ. Ἐπιγρ. 2550. 23. 3) οὐχὶ [[δαπανηρός]], Σοφ. Ἀποσπ. 248, Ἄμφις ἐν «Πανὶ» 1. IV. ([[τέλος]] V) [[ἀμύητος]], μετὰ γεν., ἱερῶν Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δήμ. 481.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth