3,276,318
edits
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />invulnérable aux traits.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[διακοντίζομαι]]. | |btext=ος, ον :<br />[[invulnérable aux traits]].<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[διακοντίζομαι]]. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀδιακόντιστος''': -ον, ὃν οὐδὲν [[ἀκόντιον]] δύναται νὰ διαπεράσῃ, ἐκ διορθώσεως τοῦ Passow ἐν Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 13, 15, ἀντὶ τοῦ ἀδιακόνιστος, [[ὅπερ]] ὁ Ἡσύχ. ἑρμηνεύει [[ἀναίσθητος]], ἄτρωτος. | |lstext='''ἀδιακόντιστος''': -ον, ὃν οὐδὲν [[ἀκόντιον]] δύναται νὰ διαπεράσῃ, ἐκ διορθώσεως τοῦ Passow ἐν Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 13, 15, ἀντὶ τοῦ ἀδιακόνιστος, [[ὅπερ]] ὁ Ἡσύχ. ἑρμηνεύει [[ἀναίσθητος]], ἄτρωτος. | ||
}} | }} |