3,274,916
edits
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+)\.<br" to "$1 $2.<br") |
m (Text replacement - "ἐντεῡθεν" to "ἐντεῦθεν") |
||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐπίρρυτος]], -ον (Α) [[επιρρέω]]<br /><b>1.</b> (για [[νερό]]) τρεχούμενο («ἐν τοῖς ἐπιρρύτοις καὶ ὀχετευομένοις [ὕδασι]», Θεόφρ.)<br /><b>2.</b> <b>(ειδ.)</b> (για τροφές) αυτός που χύνεται στο [[σώμα]]<br /><b>3.</b> αυτός που προέρχεται, που πηγάζει από [[κάπου]]<br /><b>4.</b> [[άφθονος]] («καρπόν τε γαίας καὶ βοτῶν ἐπίρρυτον ἀστοῖσιν εὐθενοῦντα μὴ κάμνειν χρόνῳ», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>5.</b> <b>παθ.</b> αυτός που υπόκειται σε [[εισροή]] (αντίθ. του [[απόρρυτος]]) («τὰς τῆς ἀθανάτου περιόδους ἐνέδουν εἰς ἐπίρρυτον [[σῶμα]] καὶ ἀπόρρυτον», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>6.</b> (για πεδιάδες, αγρούς <b>κ.λπ.</b>) αυτός που διαρρέεται από νερά, που ποτίζεται ( | |mltxt=[[ἐπίρρυτος]], -ον (Α) [[επιρρέω]]<br /><b>1.</b> (για [[νερό]]) τρεχούμενο («ἐν τοῖς ἐπιρρύτοις καὶ ὀχετευομένοις [ὕδασι]», Θεόφρ.)<br /><b>2.</b> <b>(ειδ.)</b> (για τροφές) αυτός που χύνεται στο [[σώμα]]<br /><b>3.</b> αυτός που προέρχεται, που πηγάζει από [[κάπου]]<br /><b>4.</b> [[άφθονος]] («καρπόν τε γαίας καὶ βοτῶν ἐπίρρυτον ἀστοῖσιν εὐθενοῦντα μὴ κάμνειν χρόνῳ», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>5.</b> <b>παθ.</b> αυτός που υπόκειται σε [[εισροή]] (αντίθ. του [[απόρρυτος]]) («τὰς τῆς ἀθανάτου περιόδους ἐνέδουν εἰς ἐπίρρυτον [[σῶμα]] καὶ ἀπόρρυτον», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>6.</b> (για πεδιάδες, αγρούς <b>κ.λπ.</b>) αυτός που διαρρέεται από νερά, που ποτίζεται («ἐντεῦθεν δὲ κατέβαινον εὶς [[πεδίον]] μέγα καὶ καλόν, ἐπίρρυτον», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>7.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐπίρρυτον</i><br />[[ελαιοδοχείο]], ροΐ («ἀλείψασαν δρακτοῖς καὶ ἐπιρρύτοις», <b>επιγρ.</b>). | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |