Anonymous

οὐδαμῆ: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[adv. of [[οὐδαμός]];]<br /><b class="num">I.</b> of Place, [[nowhere]], in no [[place]], Hes., Aesch.; οὐδ. [[ἄλλῃ]] Hdt.; [[ἄλλῃ]] οὐδ. in no [[other]] [[place]], Hdt.; c. gen., οὐδ. Αἰγύπτου in no [[part]] of [[Egypt]], Hdt.<br /><b class="num">2.</b> in no [[direction]], no way, Hdt.<br /><b class="num">II.</b> of Manner, in no way, in no [[wise]], Hdt., Aesch., etc.:— not at all, [[never]], Hdt., Soph.—The Poets use [[either]] [[οὐδαμῆ]] doric -μᾶ [ᾱ], or [[οὐδαμά]] [-μᾰ], as the [[metre]] requires.
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''οὐδᾰμῆ:''' ή [[οὐδαμά]] (βλ. κατωτ.), επίρρ. του [[οὐδαμός]],<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]], [[πουθενά]] σε κανέναν [[τόπο]], σε Ησίοδ., Αισχύλ.· οὐδ' [[ἄλλῃ]], σε Ηρόδ.· [[ἄλλῃ]] οὐδ., σε κανέναν [[άλλο]] [[τόπο]], στον ίδ.· με γεν., <i>οὐδαμὴ Αἰγύπτου</i>, σε κανένα [[άλλο]] [[μέρος]] της Αιγύπτου, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> προς [[καμιά]] [[κατεύθυνση]], προς κανένα [[μέρος]], στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για τρόπο, με κανένα τρόπο, με κανένα [[μέσο]], σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· σε καμία [[περίπτωση]], [[ποτέ]], σε Ηρόδ., Σοφ.· οι ποιητές χρησιμ. [[είτε]] το [[οὐδαμῆ]], Δωρ. -μᾶ [ᾱ], [[είτε]] το [[οὐδαμά]] [μᾰ], ανάλογα με το μέτρο.
|lsmtext='''οὐδᾰμῆ:''' ή [[οὐδαμά]] (βλ. κατωτ.), επίρρ. του [[οὐδαμός]],<br /><b class="num">I. 1.</b> λέγεται για [[τόπο]], [[πουθενά]] σε κανέναν [[τόπο]], σε Ησίοδ., Αισχύλ.· οὐδ' [[ἄλλῃ]], σε Ηρόδ.· [[ἄλλῃ]] οὐδ., σε κανέναν [[άλλο]] [[τόπο]], στον ίδ.· με γεν., <i>οὐδαμὴ Αἰγύπτου</i>, σε κανένα [[άλλο]] [[μέρος]] της Αιγύπτου, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> προς [[καμιά]] [[κατεύθυνση]], προς κανένα [[μέρος]], στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> λέγεται για τρόπο, με κανένα τρόπο, με κανένα [[μέσο]], σε Ηρόδ., Αισχύλ. κ.λπ.· σε καμία [[περίπτωση]], [[ποτέ]], σε Ηρόδ., Σοφ.· οι ποιητές χρησιμ. [[είτε]] το [[οὐδαμῆ]], Δωρ. -μᾶ [ᾱ], [[είτε]] το [[οὐδαμά]] [μᾰ], ανάλογα με το μέτρο.
Line 4: Line 7:
{{ls
{{ls
|lstext='''οὐδᾰμῆ''': ἢ οὐδᾰμά, (ἴδε ἐν τέλ.), ἐπίρρ. τοῦ [[οὐδαμός]]: Ι. ἐπὶ τόπου, ἐν οὐδενὶ τόπῳ, «πουθενά», [[οὐδαμῆ]] ἐστήρικτο Ἡσ. Ἀσπὶς [[Ἡρακλ]]. 218, Αὐσχύλ. Πέρσ. 385, Τηλεκλείδ. ἐν «Ἡσίοδοις» 6· οὐδ. [[ἄλλῃ]] Ἡρόδ. 2. 116· [[ἄλλῃ]] οὐδ. 4. 114· [[μετὰ]] γεν., οὐδ. Αἰγύπτου 2. 43. 2) πρὸς οὐδὲν [[μέρος]], [[οὐδαμῆ]] μετιέντα Ἡρόδ. 1. 24, 34, 56, κτλ. ΙΙ. ἐπὶ τρόπου, κατ᾿ οὐδένα τρόπον, [[οὐδαμῶς]], ὁ αὐτ. 3. 53., 7. 136, Αἰσχύλ. Πρ. 256, κτλ.· ― [[οὐδόλως]], [[οὐδέποτε]], Ἡρόδ. 1. 5, 56, 58, Σοφ. Ἀντ. 763, Ἀποσπάσμ. 323. Πρβλ. [[οὐδαμῶς]]. ― Οἱ ποιητ. μεταχειρίζονται [[ἤτοι]] τὸ [[οὐδαμῆ]] Δωρ. -μᾶ, ἢ οὐδαμά [-μᾰ], κατὰ τὴν ἀνάγκην τοῦ μέτρου, πρβλ. Σαπφὼ 78, Θέογν. 1363, 1373, Ἀνακρ. 50, Ἐμπεδ. 67, 73, Αἰσχύλου Ἱκετ. 884, Σοφοκλ. Ἀντ. 830· παρ᾿ Ἡρόδ. τὰ Ἀντίγραφα ποικίλουσι μεταξὺ τῶν τύπων μηδαμῆ (-μᾶ) καὶ μηδαμά, ἴδε ἐν λέξ. μηδαμῆ, οὐδαμὰ καὶ οὐδαμᾶ. ― [[οὐδαμῆ]], μηδαμῆ ἦσαν ἀρχικῶς δοτικ. θηλ., τὰ δὲ οὐδαμά, μηδαμὰ οὐδ. πληθ. τοῦ [[οὐδαμός]], [[μηδαμός]]. Ἦτο σύνηθες νὰ γράφηται οὐ μόνον οὐδαμῇ, [[μηδαμῇ]] [[μετὰ]] ὑπογεγραμμ. ι, ἀλλὰ καὶ οὐδαμᾷ, μηδαμᾷ, ἀλλὰ οἱ δύο τελευταῖοι τύποι [[εἶναι]] βεβαίως ἐσφαλμένοι [[πλήν]] ἐν τῇ Δωρ. διαλέκτῳ.
|lstext='''οὐδᾰμῆ''': ἢ οὐδᾰμά, (ἴδε ἐν τέλ.), ἐπίρρ. τοῦ [[οὐδαμός]]: Ι. ἐπὶ τόπου, ἐν οὐδενὶ τόπῳ, «πουθενά», [[οὐδαμῆ]] ἐστήρικτο Ἡσ. Ἀσπὶς [[Ἡρακλ]]. 218, Αὐσχύλ. Πέρσ. 385, Τηλεκλείδ. ἐν «Ἡσίοδοις» 6· οὐδ. [[ἄλλῃ]] Ἡρόδ. 2. 116· [[ἄλλῃ]] οὐδ. 4. 114· [[μετὰ]] γεν., οὐδ. Αἰγύπτου 2. 43. 2) πρὸς οὐδὲν [[μέρος]], [[οὐδαμῆ]] μετιέντα Ἡρόδ. 1. 24, 34, 56, κτλ. ΙΙ. ἐπὶ τρόπου, κατ᾿ οὐδένα τρόπον, [[οὐδαμῶς]], ὁ αὐτ. 3. 53., 7. 136, Αἰσχύλ. Πρ. 256, κτλ.· ― [[οὐδόλως]], [[οὐδέποτε]], Ἡρόδ. 1. 5, 56, 58, Σοφ. Ἀντ. 763, Ἀποσπάσμ. 323. Πρβλ. [[οὐδαμῶς]]. ― Οἱ ποιητ. μεταχειρίζονται [[ἤτοι]] τὸ [[οὐδαμῆ]] Δωρ. -μᾶ, ἢ οὐδαμά [-μᾰ], κατὰ τὴν ἀνάγκην τοῦ μέτρου, πρβλ. Σαπφὼ 78, Θέογν. 1363, 1373, Ἀνακρ. 50, Ἐμπεδ. 67, 73, Αἰσχύλου Ἱκετ. 884, Σοφοκλ. Ἀντ. 830· παρ᾿ Ἡρόδ. τὰ Ἀντίγραφα ποικίλουσι μεταξὺ τῶν τύπων μηδαμῆ (-μᾶ) καὶ μηδαμά, ἴδε ἐν λέξ. μηδαμῆ, οὐδαμὰ καὶ οὐδαμᾶ. ― [[οὐδαμῆ]], μηδαμῆ ἦσαν ἀρχικῶς δοτικ. θηλ., τὰ δὲ οὐδαμά, μηδαμὰ οὐδ. πληθ. τοῦ [[οὐδαμός]], [[μηδαμός]]. Ἦτο σύνηθες νὰ γράφηται οὐ μόνον οὐδαμῇ, [[μηδαμῇ]] [[μετὰ]] ὑπογεγραμμ. ι, ἀλλὰ καὶ οὐδαμᾷ, μηδαμᾷ, ἀλλὰ οἱ δύο τελευταῖοι τύποι [[εἶναι]] βεβαίως ἐσφαλμένοι [[πλήν]] ἐν τῇ Δωρ. διαλέκτῳ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[adv. of [[οὐδαμός]];]<br /><b class="num">I.</b> of Place, [[nowhere]], in no [[place]], Hes., Aesch.; οὐδ. [[ἄλλῃ]] Hdt.; [[ἄλλῃ]] οὐδ. in no [[other]] [[place]], Hdt.; c. gen., οὐδ. Αἰγύπτου in no [[part]] of [[Egypt]], Hdt.<br /><b class="num">2.</b> in no [[direction]], no way, Hdt.<br /><b class="num">II.</b> of Manner, in no way, in no [[wise]], Hdt., Aesch., etc.:— not at all, [[never]], Hdt., Soph.—The Poets use [[either]] [[οὐδαμῆ]] doric -μᾶ [ᾱ], or [[οὐδαμά]] [-μᾰ], as the [[metre]] requires.
}}
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
{{WoodhouseReversedUncategorized