Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πυρωπός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)\]" to "<b>πρβλ.</b> $2$4, $7$9)]"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?) (\[)([\p{Greek}]+), ([\p{Greek}]+)(\])" to "$1 [$3, $4$5")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)\]" to "<b>πρβλ.</b> , )]")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό / [[πυρωπός]], -όν, ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που έχει το [[χρώμα]] της φωτιάς, όμοιος με [[φωτιά]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει φλογερό [[βλέμμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το πυρωπό</i><br /><b>(ορυκτ.)</b> πυριτικό [[ορυκτό]] του μαγνησίου και του αργιλίου που ανήκει στην [[ομάδα]] τών γρανατών και του οποίου η [[διαφανής]] [[μορφή]] αποτελεί ημιπολύτιμο λίθο, αλλ. γρανάτης Βοημίας ή [[ρουμπίνι]] του Ακρωτηρίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ πυρωπόν</i><br />[[είδος]] ερυθρού ορειχάλκου από τον οποίο κατασκεύαζαν ράβδους ή πλάκες<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) με πυρώδες [[βλέμμα]] («πυρωπὸν ἐμβλέπειν», Φίλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πῦρ</i> «[[φωτιά]]» <span style="color: red;">+</span> -<i>ωπός</i> (<b>πρβλ.</b> <i>αρρεν</i>-<i>ωπός</i>, <i>γοργ</i>-<i>ωπός</i>)].
|mltxt=-ή, -ό / [[πυρωπός]], -όν, ΝΑ<br /><b>1.</b> αυτός που έχει το [[χρώμα]] της φωτιάς, όμοιος με [[φωτιά]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει φλογερό [[βλέμμα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το πυρωπό</i><br /><b>(ορυκτ.)</b> πυριτικό [[ορυκτό]] του μαγνησίου και του αργιλίου που ανήκει στην [[ομάδα]] τών γρανατών και του οποίου η [[διαφανής]] [[μορφή]] αποτελεί ημιπολύτιμο λίθο, αλλ. γρανάτης Βοημίας ή [[ρουμπίνι]] του Ακρωτηρίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ πυρωπόν</i><br />[[είδος]] ερυθρού ορειχάλκου από τον οποίο κατασκεύαζαν ράβδους ή πλάκες<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) με πυρώδες [[βλέμμα]] («πυρωπὸν ἐμβλέπειν», Φίλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πῦρ</i> «[[φωτιά]]» <span style="color: red;">+</span> -<i>ωπός</i> (<b>πρβλ.</b> [[αρρενωπός]], [[γοργωπός]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm