Anonymous

ἐνήνοθε: Difference between revisions

From LSJ
m
LSJ1 replacement
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=eninothe
|Transliteration C=eninothe
|Beta Code=e)nh/noqe
|Beta Code=e)nh/noqe
|Definition=only found in compds.: v. [[ἐπ-]], κατ-, παρ-ενήνοθε.
|Definition=only found in compds.: v. [[ἐπήνοθε]], [[κατήνοθε]], [[παρενήνοθε]].
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐνήνοθε:''' γʹ ενικ. παρακ., [[χωρίς]] ενεστ. <i>ἐνέθω</i> σε [[χρήση]]· συναντάται μόνο σε [[σύνθετα]]·<br /><b class="num">I.</b> [[ἐπενήνοθε]], λέγεται για το [[κεφάλι]] του Θερσίτη, ψεδνὴ ἐπ. [[λάχνη]], ένα [[λεπτό]] [[στρώμα]] από αραιές [[τρίχες]] που φύτρωναν πάνω σε αυτό, σε Ομήρ. Ιλ.· λέγεται για [[χλαίνη]], [[πανωφόρι]], οὐλὴ [[ἐπενήνοθε]] [[λάχνη]], πυκνό [[χνούδι]] που υπάρχει πάνω της στο ίδ.· με αιτ., λέγεται για [[αλοιφή]] από [[αμβροσία]], [[οἷα]] θεοὺς [[ἐπενήνοθε]], όπως αυτή που αλειφόταν στους θεούς, σε Ομήρ. Οδ. <b>II.κατ-ενήνοθε</b>, από πάνω, καλύπτοντας [[κάτι]], σε Ησίοδ., Όμηρ.
|lsmtext='''ἐνήνοθε:''' γʹ ενικ. παρακ., [[χωρίς]] ενεστ. <i>ἐνέθω</i> σε [[χρήση]]· συναντάται μόνο σε [[σύνθετα]]·<br /><b class="num">I.</b> [[ἐπενήνοθε]], λέγεται για το [[κεφάλι]] του Θερσίτη, ψεδνὴ ἐπ. [[λάχνη]], ένα [[λεπτό]] [[στρώμα]] από αραιές [[τρίχες]] που φύτρωναν πάνω σε αυτό, σε Ομήρ. Ιλ.· λέγεται για [[χλαίνη]], [[πανωφόρι]], οὐλὴ [[ἐπενήνοθε]] [[λάχνη]], πυκνό [[χνούδι]] που υπάρχει πάνω της στο ίδ.· με αιτ., λέγεται για [[αλοιφή]] από [[αμβροσία]], [[οἷα]] θεοὺς [[ἐπενήνοθε]], όπως αυτή που αλειφόταν στους θεούς, σε Ομήρ. Οδ. <b>II.κατ-ενήνοθε</b>, από πάνω, καλύπτοντας [[κάτι]], σε Ησίοδ., Όμηρ.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ἐνήνοθε]], 3rd sg. perf. without any pres. ἐνέθω in use: only [[found]] in compds.]<br /><b class="num">I.</b> [[ἐπενήνοθε]], of [[Thersites]]' [[head]], ψεδνὴ ἐπ. [[λάχνη]] a [[thin]] [[coat]] of [[downy]] [[hair]] grew thereon, Il.; of a [[cloak]], οὐλὴ [[ἐπενήνοθε]] [[λάχνη]] a [[thick]] [[pile]] was on it, Il.; c. acc., of [[ambrosial]] [[unguent]], οἷα θεοὺς [[ἐπενήνοθε]] [[such]] as is on the gods, Od.<br /><b class="num">II.</b> [[κατενήνοθε]], to be [[over]], lie [[upon]], Hes., Hom.
|mdlsjtxt=[[ἐνήνοθε]], 3rd sg. perf. without any pres. ἐνέθω in use: only [[found]] in compds.]<br /><b class="num">I.</b> [[ἐπενήνοθε]], of [[Thersites]]' [[head]], ψεδνὴ ἐπ. [[λάχνη]] a [[thin]] [[coat]] of [[downy]] [[hair]] grew thereon, Il.; of a [[cloak]], οὐλὴ [[ἐπενήνοθε]] [[λάχνη]] a [[thick]] [[pile]] was on it, Il.; c. acc., of [[ambrosial]] [[unguent]], οἷα θεοὺς [[ἐπενήνοθε]] [[such]] as is on the gods, Od.<br /><b class="num">II.</b> [[κατενήνοθε]], to be [[over]], lie [[upon]], Hes., Hom.
}}
}}