Anonymous

βεβάμεν: Difference between revisions

From LSJ
m
LSJ1 replacement
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βεβάμεν:''' [ᾰ], συγκεκ. [[τύπος]] αντί <i>βεβήκαμεν</i>, αʹ πληθ. παρακ. του [[βαίνω]]· ομοίως, βεβάναι αντί <i>βεβηκέναι</i>, βεβαώς αντί <i>βεβηκώς</i>.
|lsmtext='''βεβάμεν:''' [ᾰ], συγκεκ. [[τύπος]] αντί <i>βεβήκαμεν</i>, αʹ πληθ. παρακ. του [[βαίνω]]· ομοίως, βεβάναι αντί <i>βεβηκέναι</i>, βεβαώς αντί <i>βεβηκώς</i>.
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=[[βεβάμεν]] ep. inf. perf. van [[βαίνω]].
|elnltext=[[βεβάμεν]] ep. inf. perf. van [[βαίνω]].
}}
}}