3,277,220
edits
m (LSJ1 replacement) |
m (Text replacement - " Euthyphr." to " ''Euthyphr.''") |
||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0818.png Seite 818]] (πυθ), altpoet. auch πεύθ ομαι; fut. [[πεύσομαι]], selten πευσοῦμαι, Aesch. Prom. 987, Theocr. 3, 51, vgl. Eur. Hipp. 1104; aor. ἐπυθόμην, πυθέσθαι (πύθευ Her. 3, 68), ep. auch mit der Reduplication πεπυθοίατο; perf. πέπυσμαι, πέπυσαι, Plat. Prot. 310 b, u. ep. πέπυσσαι, Od. 11, 494; das praes. [[πυνθάνομαι]] hat Hom. Od. 2, 315, u. das impf. ἐπυνθανόμην 13, 256, sonst immer [[πεύθομαι]] u. impf. πευθόμην (vielleicht mit dem Vorigen zusammenhangend, eigtl. ergründen); – [[fragen]], erfragen, [[erforschen]], erkunden, [[vernehmen]]; καὶ ἄλλων μῦθον ἀκούων [[πυνθάνομαι]], Od. 2, 315; – c. accus., [[ὅσσα]] δ' ἐνὶ μεγάροισι καθήμενος ἡμετέροισιν [[πεύθομαι]], Od. 3, 187; πεύθετο γὰρ Κύπρονδε μέγα [[κλέος]], er vernahm nach Kypros hin den Ruhm, Il. 11, 21; [[κήρυξ]] ἐπεύθετο βουλάς, Od. 4, 677; πεύθετο γὰρ οὗ παιδὸς ὄλεθρον u. ä. oft Hom.; κέλαδον, Il. 18, 530; ἐπὴν εὖ πάντα πύθηαι, Od. 4, 494; τάδε πευθόμενος κακὰ ἔργα, Od.. 17, 158; u. c. partic., εἰ γὰρ ἐγὼ πυθόμην ταύτην ὁδὸν ὁρμαίνοντα, 4, 732, hätte ich erfahren, daß er diese Reise vorhabe; vgl. ὡς ἐπύθετο τοὺς Ἕλληνας ἀποιχομένους, Her. 9, 58; [[ὅταν]] τὰ λοιπὰ πυνθάνηται κακά, Aesch. Prom. 965; πεύσῃ δὲ [[χάρμα]] μεῖζον, Ag. 257; ἐὰν θνήσκοντας ἢ τετρωμένους πύθησθε, Spt. 225; πᾶσαν πυθέσθαι τῶνδ' ἀλήθειαν πέρι, Soph. Tr. 91; πεπυσμένη πάρει [[πάθημα]] [[τοὐμόν]], 140; τάχ' ἄν με πύθοισθε σισωσμένον. Ai. 677; πέπυσται τὸν ἐμὸν ἐκθετον γοιον, Eur. Andr. 70; u. in Prosa, οὐ γάρ τί πω πάντα σαφῶς πεπύσμεθα, Plat. Charm. 153 c; u. Sp., πεπυσμένοι τὰ γεγονότα, Pol. 4, 73, 1; [[περί]] τινος, Her. 2, 75; Xen. An. 5, 5, 25; [[ὑπέρ]] τινος, Soph. O. R. 1444; – τινός τι, von Einem, durch ihn Etwas hören, erfahren, Etwas aus Jemandes Munde hören, πολλάκι γὰρ τόγε μητρὸς ἐπεύθετο, Il. 17, 408; Od. 10, 537; ἄνακτος αὐτοῦ πάντα [[πεύσομαι]] λόγον, Aesch. Ag. 585; οὐδεὶς ὅτου πευσόμεθα τἀκεῖ πράγματα, Ar. Av. 1120, vgl. Ach. 204; u. in Prosa, τὸ γὰρ αἴτιον αὐτῶν πεύσεσθε, Plat. Critia. 113 a; auch ἐκείνων πευσόμεθα πῶς λέγουσιν, Rep. VII, 530 e, vgl. Euthyphr. 4 c; – τινός, ἦ [[μάλα]] λυγρῆς πεύσεαι [[ἀγγελίης]], du wirst eine sehr traurige Nachricht zu hören bekommen, Il. 18, 19; ἀγγελιάων πεύσεται, Od. 2, 256; ἔρχεο πευσόμενος πατρός, von dem Vater, über den Vater Etwas zu erfahren, 1, 281. 15, 270; [[ἄλοχος]] δ' [[οὔπω]] τι πέπυστο Ἕκτορος, Il. 22, 437; auch hier tritt ein partic. hinzu, πυθέσθην ἡνιόχοιο πεσόντος, sie merkten, daß der Rosselenker fiel, von den Rossen gesagt, Il. 17, 227, vgl. 377; εἴ κεν τοῦ πατρὸς ἀποφθιμένοιο πυθοίμην, 19, 322; θέλων δὲ τῶνδε πεύσεται λόγων, Aesch. Ch. 754; ἀγγέλων πεπυσμένοι, Suppl. 182; – [[παρά]] τινος, von Einem erfahren, Aesch. Prom. 990; auch ἀπό τινος, Ch. 726; [[πρός]] τινος, Her. 9, 58; ἔκ τινος, 7, 182; ταῦτα παρ' αὐτῶν πυνθάνο υ, Plat. Lach. 187 b, u. öfter; vgl. εὖ ἔχει τὰ τῆς σῆς τέχνης παρὰ σοῦ πυνθάνεσθαι, Gorg. 455 c; παρὰ τῶν λεγόντων [[πευστέον]], τί λέγουσιν, Soph. 244 b; er verbindet auch [[πυνθάνομαι]] καὶ ἐρωτῶ, Hipp. min. 372 c; vgl. noch Euthyd. 295 c, οὐ [[τοίνυν]] ἀποκρινοῦμαι πρότερον πρὶν ἂν πύθωμαι, u. so oft = [[fragen]]; auch ὁ αἰσθόμενος καὶ πυθόμενος vrbdn, Legg. VI, 762 d. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0818.png Seite 818]] (πυθ), altpoet. auch πεύθ ομαι; fut. [[πεύσομαι]], selten πευσοῦμαι, Aesch. Prom. 987, Theocr. 3, 51, vgl. Eur. Hipp. 1104; aor. ἐπυθόμην, πυθέσθαι (πύθευ Her. 3, 68), ep. auch mit der Reduplication πεπυθοίατο; perf. πέπυσμαι, πέπυσαι, Plat. Prot. 310 b, u. ep. πέπυσσαι, Od. 11, 494; das praes. [[πυνθάνομαι]] hat Hom. Od. 2, 315, u. das impf. ἐπυνθανόμην 13, 256, sonst immer [[πεύθομαι]] u. impf. πευθόμην (vielleicht mit dem Vorigen zusammenhangend, eigtl. ergründen); – [[fragen]], erfragen, [[erforschen]], erkunden, [[vernehmen]]; καὶ ἄλλων μῦθον ἀκούων [[πυνθάνομαι]], Od. 2, 315; – c. accus., [[ὅσσα]] δ' ἐνὶ μεγάροισι καθήμενος ἡμετέροισιν [[πεύθομαι]], Od. 3, 187; πεύθετο γὰρ Κύπρονδε μέγα [[κλέος]], er vernahm nach Kypros hin den Ruhm, Il. 11, 21; [[κήρυξ]] ἐπεύθετο βουλάς, Od. 4, 677; πεύθετο γὰρ οὗ παιδὸς ὄλεθρον u. ä. oft Hom.; κέλαδον, Il. 18, 530; ἐπὴν εὖ πάντα πύθηαι, Od. 4, 494; τάδε πευθόμενος κακὰ ἔργα, Od.. 17, 158; u. c. partic., εἰ γὰρ ἐγὼ πυθόμην ταύτην ὁδὸν ὁρμαίνοντα, 4, 732, hätte ich erfahren, daß er diese Reise vorhabe; vgl. ὡς ἐπύθετο τοὺς Ἕλληνας ἀποιχομένους, Her. 9, 58; [[ὅταν]] τὰ λοιπὰ πυνθάνηται κακά, Aesch. Prom. 965; πεύσῃ δὲ [[χάρμα]] μεῖζον, Ag. 257; ἐὰν θνήσκοντας ἢ τετρωμένους πύθησθε, Spt. 225; πᾶσαν πυθέσθαι τῶνδ' ἀλήθειαν πέρι, Soph. Tr. 91; πεπυσμένη πάρει [[πάθημα]] [[τοὐμόν]], 140; τάχ' ἄν με πύθοισθε σισωσμένον. Ai. 677; πέπυσται τὸν ἐμὸν ἐκθετον γοιον, Eur. Andr. 70; u. in Prosa, οὐ γάρ τί πω πάντα σαφῶς πεπύσμεθα, Plat. Charm. 153 c; u. Sp., πεπυσμένοι τὰ γεγονότα, Pol. 4, 73, 1; [[περί]] τινος, Her. 2, 75; Xen. An. 5, 5, 25; [[ὑπέρ]] τινος, Soph. O. R. 1444; – τινός τι, von Einem, durch ihn Etwas hören, erfahren, Etwas aus Jemandes Munde hören, πολλάκι γὰρ τόγε μητρὸς ἐπεύθετο, Il. 17, 408; Od. 10, 537; ἄνακτος αὐτοῦ πάντα [[πεύσομαι]] λόγον, Aesch. Ag. 585; οὐδεὶς ὅτου πευσόμεθα τἀκεῖ πράγματα, Ar. Av. 1120, vgl. Ach. 204; u. in Prosa, τὸ γὰρ αἴτιον αὐτῶν πεύσεσθε, Plat. Critia. 113 a; auch ἐκείνων πευσόμεθα πῶς λέγουσιν, Rep. VII, 530 e, vgl. ''Euthyphr.'' 4 c; – τινός, ἦ [[μάλα]] λυγρῆς πεύσεαι [[ἀγγελίης]], du wirst eine sehr traurige Nachricht zu hören bekommen, Il. 18, 19; ἀγγελιάων πεύσεται, Od. 2, 256; ἔρχεο πευσόμενος πατρός, von dem Vater, über den Vater Etwas zu erfahren, 1, 281. 15, 270; [[ἄλοχος]] δ' [[οὔπω]] τι πέπυστο Ἕκτορος, Il. 22, 437; auch hier tritt ein partic. hinzu, πυθέσθην ἡνιόχοιο πεσόντος, sie merkten, daß der Rosselenker fiel, von den Rossen gesagt, Il. 17, 227, vgl. 377; εἴ κεν τοῦ πατρὸς ἀποφθιμένοιο πυθοίμην, 19, 322; θέλων δὲ τῶνδε πεύσεται λόγων, Aesch. Ch. 754; ἀγγέλων πεπυσμένοι, Suppl. 182; – [[παρά]] τινος, von Einem erfahren, Aesch. Prom. 990; auch ἀπό τινος, Ch. 726; [[πρός]] τινος, Her. 9, 58; ἔκ τινος, 7, 182; ταῦτα παρ' αὐτῶν πυνθάνο υ, Plat. Lach. 187 b, u. öfter; vgl. εὖ ἔχει τὰ τῆς σῆς τέχνης παρὰ σοῦ πυνθάνεσθαι, Gorg. 455 c; παρὰ τῶν λεγόντων [[πευστέον]], τί λέγουσιν, Soph. 244 b; er verbindet auch [[πυνθάνομαι]] καὶ ἐρωτῶ, Hipp. min. 372 c; vgl. noch Euthyd. 295 c, οὐ [[τοίνυν]] ἀποκρινοῦμαι πρότερον πρὶν ἂν πύθωμαι, u. so oft = [[fragen]]; auch ὁ αἰσθόμενος καὶ πυθόμενος vrbdn, Legg. VI, 762 d. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |