Anonymous

ἀνακινέω: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνακῑνέω''': μέλλ. -ήσω, κινῶ [[τῇδε]] κἀκεῖσε, ἀνακινῶ, ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 4. 94· ἀνακ. τὰς χεῖρας, ἐπὶ πυκτευόντων, τὸ τοῦ Κικέρωνος brachia concalefacere, πρβλ. [[ἀνακίνησις]]. ΙΙ. [[ἐξεγείρω]], [[ἐξάπτω]], Λατ. suscitare, νόσον ἀνακ. (ἕτεροι λαμβάνουσιν αὐτὸ ἀμεταβάτως, ἀλλ’ [[ἄνευ]] ἀνάγκης), Σοφ. Τρ. 1259· ἀνακ. θηρία, [[ἐξερεθίζω]] αὐτὰ (εἰς μάχην), Πλάτ. Νόμ. 789C· ἀν. πόλεμον, στάσιν, κτλ., Πλούτ., κτλ.: - Παθ., δόξαι ἀνακεκίνηνται Πλάτ. Μένων 85C.
|lstext='''ἀνακῑνέω''': μέλλ. -ήσω, κινῶ [[τῇδε]] κἀκεῖσε, ἀνακινῶ, ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 4. 94· ἀνακ. τὰς χεῖρας, ἐπὶ πυκτευόντων, τὸ τοῦ Κικέρωνος [[brachium|brachia]] [[concalefacio|concalefacere]], πρβλ. [[ἀνακίνησις]]. ΙΙ. [[ἐξεγείρω]], [[ἐξάπτω]], Λατ. [[suscito|suscitare]], νόσον ἀνακ. (ἕτεροι λαμβάνουσιν αὐτὸ ἀμεταβάτως, ἀλλ’ [[ἄνευ]] ἀνάγκης), Σοφ. Τρ. 1259· ἀνακ. θηρία, [[ἐξερεθίζω]] αὐτὰ (εἰς μάχην), Πλάτ. Νόμ. 789C· ἀν. πόλεμον, στάσιν, κτλ., Πλούτ., κτλ.: - Παθ., δόξαι ἀνακεκίνηνται Πλάτ. Μένων 85C.
}}
}}
{{lsm
{{lsm