Anonymous

ὀνείρωξις: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
m (LSJ1 replacement)
mNo edit summary
Line 18: Line 18:
{{elru
{{elru
|elrutext='''ὀνείρωξις:''' εως ἡ [[сонные грезы]], [[сновидение]] Plat.
|elrutext='''ὀνείρωξις:''' εως ἡ [[сонные грезы]], [[сновидение]] Plat.
}}
{{grml
|mltxt=η (ΑΜ [[ὀνείρωξις]], Μ και ὀνειρωξία) [[ονειρώττω]]<br />[[εκσπερμάτιση]] [[κατά]] τη [[διάρκεια]] του ύπνου, τις περισσότερες φορές σε συνδυασμό με όνειρα σεξουαλικού περιεχομένου<br /><b>αρχ.</b><br />το να βλέπει [[κανείς]] όνειρα, [[ιδίως]] εφιαλτικά.
}}
}}