Anonymous

καλιά: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2"
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[καλιά]] και ιων. τ. καλιή, ἡ)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[καταφύγιο]] ή [[κατοικία]] ζεύγους νεονύμφων ή ερωτευμένων, [[φωλιά]] («ερωτική [[καλιά]])<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ξύλινη [[κατοικία]] ή [[παράπηγμα]] πλεγμένο με κλαδιά, [[καλύβα]]<br /><b>2.</b> [[αποθήκη]] σιτηρών, [[σιτοβολώνας]]<br /><b>3.</b> [[ξύλινος]] [[σηκός]] ή [[σπήλαιο]] που περιείχε [[άγαλμα]] θεού («Πανὸς τ' ἠχήεσσα καλιή», <b>Ανθ. Παλ.</b>)<br /><b>4.</b> [[φωλιά]] πτηνού («[[οἰκίσκος]] [[ὀρνίθειος]]», <b>Πολυδ.</b>)<br /><b>5.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «καλιαί<br />νοσσιαὶ ἐκ ξύλων καὶ ξύλινά τινα περιέχοντα ἀγαλμάτια εἰδώλων<br />δηλοῑ δὲ καὶ σκηνὴν ἢ οἰκίαν».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Λόγω της μακρότητας του -<i>ι</i>- δεν εμφανίζει [[μάλλον]] τη γνωστή κατάλ. -<i>ιά</i>. Η λ. ανάγεται πιθ. σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>kel</i>- «[[κρύβω]], [[καλύπτω]]», ενώ παραμένει ατεκμηρίωτη η [[σύνδεση]] της λ. με το ρ. [[καλύπτω]].
|mltxt=η (Α [[καλιά]] και ιων. τ. καλιή, ἡ)<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[καταφύγιο]] ή [[κατοικία]] ζεύγους νεονύμφων ή ερωτευμένων, [[φωλιά]] («ερωτική [[καλιά]])<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ξύλινη [[κατοικία]] ή [[παράπηγμα]] πλεγμένο με κλαδιά, [[καλύβα]]<br /><b>2.</b> [[αποθήκη]] σιτηρών, [[σιτοβολώνας]]<br /><b>3.</b> [[ξύλινος]] [[σηκός]] ή [[σπήλαιο]] που περιείχε [[άγαλμα]] θεού («Πανὸς τ' ἠχήεσσα καλιή», <b>Ανθ. Παλ.</b>)<br /><b>4.</b> [[φωλιά]] πτηνού («[[οἰκίσκος]] [[ὀρνίθειος]]», <b>Πολυδ.</b>)<br /><b>5.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «καλιαί<br />νοσσιαὶ ἐκ ξύλων καὶ ξύλινά τινα περιέχοντα ἀγαλμάτια εἰδώλων<br />δηλοῖ δὲ καὶ σκηνὴν ἢ οἰκίαν».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Λόγω της μακρότητας του -<i>ι</i>- δεν εμφανίζει [[μάλλον]] τη γνωστή κατάλ. -<i>ιά</i>. Η λ. ανάγεται πιθ. σε ΙΕ [[ρίζα]] <i>kel</i>- «[[κρύβω]], [[καλύπτω]]», ενώ παραμένει ατεκμηρίωτη η [[σύνδεση]] της λ. με το ρ. [[καλύπτω]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm