Anonymous

κρίμνον: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2"
m (Text replacement - "[[<span class="ggns">Gegensatz</span>]]" to "<span class="ggns">Gegensatz</span>")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=κρῑμνον και [[κρίμνον]], τὸ (Α)<br /><b>1.</b> χοντροαλεσμένο [[κριθάρι]]<br /><b>2.</b> [[ψωμί]] παρασκευασμένο από χοντροαλεσμένο [[κριθάρι]]<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ κρῑμνα</i> ή <i>κρίμνα</i><br />ψίχουλα ψωμιού με τα οποία καθάριζαν τα χέρια [[κατά]] τα δείπνα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η [[σύνδεση]] της λ. με τους τ. <i>κρί</i>, [[κριθή]] παρουσιάζει μορφολογικές δυσκολίες, ενώ φαίνεται πιθανότερο ότι το θ. της λ. <i>κρῖ</i>-<i>μν</i>-<i>ον</i> ανάγεται στο ίδιο θ. με τη λ. [[κρίνω]] «[[ξεχωρίζω]], [[κοσκινίζω]]»].
|mltxt=κρῑμνον και [[κρίμνον]], τὸ (Α)<br /><b>1.</b> χοντροαλεσμένο [[κριθάρι]]<br /><b>2.</b> [[ψωμί]] παρασκευασμένο από χοντροαλεσμένο [[κριθάρι]]<br /><b>3.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ κρῖμνα</i> ή <i>κρίμνα</i><br />ψίχουλα ψωμιού με τα οποία καθάριζαν τα χέρια [[κατά]] τα δείπνα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η [[σύνδεση]] της λ. με τους τ. <i>κρί</i>, [[κριθή]] παρουσιάζει μορφολογικές δυσκολίες, ενώ φαίνεται πιθανότερο ότι το θ. της λ. <i>κρῖ</i>-<i>μν</i>-<i>ον</i> ανάγεται στο ίδιο θ. με τη λ. [[κρίνω]] «[[ξεχωρίζω]], [[κοσκινίζω]]»].
}}
}}
{{lsm
{{lsm