Anonymous

λοχαῖος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2"
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=λοχαῖος, -αία, -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[κρυφός]], [[μυστικός]]<br /><b>2.</b> (για τα μεστά στάχια του σίτου) αυτός που γέρνει [[προς]] τα [[κάτω]]<br /><b>3.</b> αυτός που έχει άφθονα [[άνθη]], που θάλλει<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «λοχαῖος [[ἔρως]]» — [[κρυφός]] [[έρωτας]]<br /><b>5.</b> ([[κατά]] τον <b>Φώτ.</b>) «λοχαῖος σῑτος ὁ [[βαθύς]]<br />ἢ ὁ δι' ἐπομβρίαν κεκλιμένος».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λόχος]] «[[γέννημα]], [[τόκος]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αῖος</i> ([[πρβλ]]. [[ληθαίος]], [[λυγαίος]])].
|mltxt=λοχαῖος, -αία, -ον (Α)<br /><b>1.</b> [[κρυφός]], [[μυστικός]]<br /><b>2.</b> (για τα μεστά στάχια του σίτου) αυτός που γέρνει [[προς]] τα [[κάτω]]<br /><b>3.</b> αυτός που έχει άφθονα [[άνθη]], που θάλλει<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «λοχαῖος [[ἔρως]]» — [[κρυφός]] [[έρωτας]]<br /><b>5.</b> ([[κατά]] τον <b>Φώτ.</b>) «λοχαῖος σῖτος ὁ [[βαθύς]]<br />ἢ ὁ δι' ἐπομβρίαν κεκλιμένος».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λόχος]] «[[γέννημα]], [[τόκος]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αῖος</i> ([[πρβλ]]. [[ληθαίος]], [[λυγαίος]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm