Anonymous

ἐσθής: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1042.png Seite 1042]] ῆτος, ἡ ([[ἕννυμι]], vgl. [[ἔσθος]], vestis), Kleid, Kleidung; in der Od. gew. kollecliv, die Kleider, χαλκόν τε χρυσόν τε [[ἅλις]] ἐσθῆτά τε δόντες, 5, 38 u. öfter; vgl. 1, 165; so auch Folgde, wie noch Xen. An. 3, 1, 18 κτήνη, χρυσόν, ἐσθῆτα vrbdt; von Teppichen ist Od. 23, 290 ἔντυον εὐνὴν ἐσθῆτος μαλακῆς zu verstehen; Pind. P. 4, 79. 253; χρηστηρία, das Gewand der Seherinn, Aesch. Ag. 1243; [[Ἀργολίς]], Suppl. 234; μετρίᾳ ἐσθῆτι ἐχρήσαντο, eine einfache Kleidung, Thuc. 1, 6. Seltener bei Sp., τὰς πόλεις ἐσθῆτα τοῖς στρατιώταις αἰτεῖν, auch kollektiv, Plut. C. Gracch. 2. – Der plur. von den Kleidern einer Person, Eur. Hel. 421; von denen mehrerer, Aesch. Spt. 871; Xen. Cyr. 1, 3, 2 u. einzeln bei Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1042.png Seite 1042]] ῆτος, ἡ ([[ἕννυμι]], vgl. [[ἔσθος]], vestis), [[Kleid]], [[Kleidung]]; in der Od. gew. kollecliv, die Kleider, χαλκόν τε χρυσόν τε [[ἅλις]] ἐσθῆτά τε δόντες, 5, 38 u. öfter; vgl. 1, 165; so auch Folgde, wie noch Xen. An. 3, 1, 18 κτήνη, χρυσόν, ἐσθῆτα vrbdt; von Teppichen ist Od. 23, 290 ἔντυον εὐνὴν ἐσθῆτος μαλακῆς zu verstehen; Pind. P. 4, 79. 253; χρηστηρία, das Gewand der Seherinn, Aesch. Ag. 1243; [[Ἀργολίς]], Suppl. 234; μετρίᾳ ἐσθῆτι ἐχρήσαντο, eine einfache Kleidung, Thuc. 1, 6. Seltener bei Sp., τὰς πόλεις ἐσθῆτα τοῖς στρατιώταις αἰτεῖν, auch kollektiv, Plut. C. Gracch. 2. – Der plur. von den Kleidern einer Person, Eur. Hel. 421; von denen mehrerer, Aesch. Spt. 871; Xen. Cyr. 1, 3, 2 u. einzeln bei Sp.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐσθής''': ῆτος, Δωρ. ἐσθάς, ᾶτος, ἡ, (ἴδε [[ἕννυμι]]): - ἐνδυμασία, [[ἔνδυμα]], Ὅμ., Ἡρόδ. καὶ Ἀττ., χαλκόν τε χρυσόν τε [[ἅλις]] ἐσθῆτά τε δόντες, «ἐσθῆτα... ἀντὶ τοῦ ἐσθῆτας» (Εὐστ.), Ὀδ. Ε. 38· χρηστηρία [[ἐσθής]], τὸ [[ἔνδυμα]] προφήτιδος, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1270· [[Ἀργολὶς]] [[ἐσθής]], Ἀργολικὴ ἐνδυμασία, ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 237· μετρία [[ἐσθής]], ἁπλῆ [[ἀπέριττος]] ἐνδυμασία, Θουκ. 1. 6· κατὰ πληθ., τὰ ἐνδύματα πολλῶν ἀνθρώπων, Αἰσχύλ. Θήβ. 871, Πλάτ. Ἀλκ. ([[Πρῶτος]]) 122Ε· ἀλλ’ ἑνὸς μόνου, Εὐρ. Ἑλ. 421. ΙΙ. περιληπτικῶς, ἐνδύματα, ἐσθῆτα ἔσφερον [[εἴσω]], δηλ. τὰ [[ἀρτίως]] πλυθέντα ἐνδύματα, Ὀδ. Η. 6· ἔντυον εὐνὴν ἐσθῆτος μαλακῆς Ψ. 290· τὰ ἐσθῆτος ἐχόμενα εἶχον Ἡρόδ. 3. 66, πρβλ. Ξεν. Ἀν. 3. 1, 19. ΙΙΙ. μεταφορ., = [[τεῖχος]], [[ἐσθής]] τῆς πόλεως Δημάδης παρ’ Ἀθήν. 99D.
|lstext='''ἐσθής''': ῆτος, Δωρ. ἐσθάς, ᾶτος, ἡ, (ἴδε [[ἕννυμι]]): - [[ενδυμασία|ἐνδυμασία]], [[ἔνδυμα]], Ὅμ., Ἡρόδ. καὶ Ἀττ., χαλκόν τε χρυσόν τε [[ἅλις]] ἐσθῆτά τε δόντες, «ἐσθῆτα... ἀντὶ τοῦ ἐσθῆτας» (Εὐστ.), Ὀδ. Ε. 38· χρηστηρία [[ἐσθής]], τὸ [[ἔνδυμα]] προφήτιδος, Αἰσχύλ. Ἀγ. 1270· [[Ἀργολὶς]] [[ἐσθής]], Ἀργολικὴ ἐνδυμασία, ὁ αὐτ. ἐν Ἱκ. 237· μετρία [[ἐσθής]], ἁπλῆ [[ἀπέριττος]] ἐνδυμασία, Θουκ. 1. 6· κατὰ πληθ., τὰ ἐνδύματα πολλῶν ἀνθρώπων, Αἰσχύλ. Θήβ. 871, Πλάτ. Ἀλκ. ([[Πρῶτος]]) 122Ε· ἀλλ’ ἑνὸς μόνου, Εὐρ. Ἑλ. 421. ΙΙ. περιληπτικῶς, ἐνδύματα, ἐσθῆτα ἔσφερον [[εἴσω]], δηλ. τὰ [[ἀρτίως]] πλυθέντα ἐνδύματα, Ὀδ. Η. 6· ἔντυον εὐνὴν ἐσθῆτος μαλακῆς Ψ. 290· τὰ ἐσθῆτος ἐχόμενα εἶχον Ἡρόδ. 3. 66, πρβλ. Ξεν. Ἀν. 3. 1, 19. ΙΙΙ. μεταφορ., = [[τεῖχος]], [[ἐσθής]] τῆς πόλεως Δημάδης παρ’ Ἀθήν. 99D.
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth