Anonymous

ἀνήδυντος: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνήδυντος''': -ον, ὁ μὴ ἡδυσμένος, μὴ ἠρτυμένος, μὴ καρυκευθείς, Λατ. inconditus, Ἀριστ. Πολ. 8. 5, 25, πιθαν. 20. 23, Ἀθήν. 564Α, κτλ. 2) μεταφ., [[δυσάρεστος]], [[ἀηδής]], [[ἀπεχθής]], [[γυνή]], φωνὴ Πλούτ. 2. 142Β, 405D: - [[ἦθος]] ἀν., πρὸς [[χάριν]], [[αὐτόθι]] 799D. - Ἐπίρρ., ἀνηδύντως Μ. Ψελλ. ἐν Μεσ. Βιβλ. Σάθ. τόμ. Ε΄, σ. 401
|lstext='''ἀνήδυντος''': -ον, ὁ μὴ ἡδυσμένος, μὴ ἠρτυμένος, μὴ καρυκευθείς, Λατ. [[inconditus]], Ἀριστ. Πολ. 8. 5, 25, πιθαν. 20. 23, Ἀθήν. 564Α, κτλ. 2) μεταφ., [[δυσάρεστος]], [[ἀηδής]], [[ἀπεχθής]], [[γυνή]], φωνὴ Πλούτ. 2. 142Β, 405D: - [[ἦθος]] ἀν., πρὸς [[χάριν]], [[αὐτόθι]] 799D. - Ἐπίρρ., ἀνηδύντως Μ. Ψελλ. ἐν Μεσ. Βιβλ. Σάθ. τόμ. Ε΄, σ. 401
}}
}}
{{grml
{{grml