Anonymous

μαξιλάρι: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (Μ μαξιλάριον και μαξιλάριν)<br />[[μικρός]] [[σάκος]] παραγεμισμένος με [[βαμβάκι]], [[μαλλί]], πούπουλα ή [[άλλη]] ύλη, ο [[οποίος]] χρησιμεύει για τη [[στήριξη]] του κεφαλιού [[κατά]] τον ύπνο ή για [[ξεκούραση]] τών μελών του σώματος, [[προσκεφάλι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μαξιλάριον</i>, υποκορ. του λατ. <i>maxilla</i> «[[σαγόνι]]»].
|mltxt=το (Μ μαξιλάριον και μαξιλάριν)<br />[[μικρός]] [[σάκος]] παραγεμισμένος με [[βαμβάκι]], [[μαλλί]], πούπουλα ή [[άλλη]] ύλη, ο [[οποίος]] χρησιμεύει για τη [[στήριξη]] του κεφαλιού [[κατά]] τον ύπνο ή για [[ξεκούραση]] τών μελών του σώματος, [[προσκεφάλι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μαξιλάριον</i>, υποκορ. του λατ. <i>[[maxilla]]</i> «[[σαγόνι]]»].
}}
}}
{{trml
{{trml