Anonymous

αντιφατικός: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
(5)
 
lsj>Spiros
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀντιφατικός]], -ή, -όν) [[αντιφάσκω]]<br /><b>1.</b> αυτός που περιέχει [[αντίφαση]]<br /><b>2.</b> «αντιφατικές προτάσεις» — δύο κατηγορικές προτάσεις οι οποίες [[μολονότι]] σχηματίζονται από τους ίδιους όρους αντίκεινται θεμελιωδώς η μία [[προς]] την [[άλλη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για ανθρώπους) αυτός που μιλάει με αντιφάσεις ή που οι πράξεις του δεν συμφωνούν με τα [[λόγια]] του.
|mltxt=-ή, -ό (Α [[ἀντιφατικός]], -ή, -όν) [[αντιφάσκω]]<br /><b>1.</b> αυτός που περιέχει [[αντίφαση]]<br /><b>2.</b> «αντιφατικές προτάσεις» — δύο κατηγορικές προτάσεις οι οποίες [[μολονότι]] σχηματίζονται από τους ίδιους όρους αντίκεινται θεμελιωδώς η μία [[προς]] την [[άλλη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για ανθρώπους) αυτός που μιλάει με αντιφάσεις ή που οι πράξεις του δεν συμφωνούν με τα [[λόγια]] του.
}}
{{trml
|trtx====[[contradictory]]===
Arabic: نَقِيض; Asturian: contradictoriu; Azerbaijani: zidd; Bulgarian: противоречащ; Catalan: contradictori; Czech: protichůdný, protikladný; Danish: modstridende; Dutch: [[tegenstrijdig]], [[contradictoir]]; Finnish: ristiriitainen, vastakkainen; French: [[contradictoire]]; Galician: contraditorio; German: [[widersprüchlich]]; Greek: [[αντιφατικός]]; Ancient Greek: [[ἀνομόσημος]], [[ἀντικατηγορητικός]], [[ἀντιλογικός]], [[ἀντίλογος]], [[ἀντιφατικός]]; Hungarian: ellentmondásos; Irish: bréagnaitheach; Italian: [[contraddittorio]]; Kazakh: қарама-қайшы; Latin: [[contradictorius]]; Macedonian: противречен; Maori: rongorua; Norwegian: motsigende; Occitan: contradictòri; Polish: sprzeczny; Portuguese: [[contraditório]]; Romanian: contradictoriu, contrar; Russian: [[противоречащий]]; Spanish: [[contradictorio]]; Swedish: motstridig, motsatt; Ukrainian: суперечний
}}
}}
Anonymous user