Anonymous

προθυμέομαι: Difference between revisions

From LSJ
6_20
(13_7_1)
(6_20)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0724.png Seite 724]] fut. προθυμήσομαι, seltener προθυμηθήσομαι, Lys. 25, 17 Xen. Cyr. 2, 3, 3 u. als v. l. bei Plat. Phaed. 91 a, aor. προὐθυμήθην, auch ἐπροθυμήθην, – geneigt, bereit, <b class="b2">willig sein, gern wollen</b>; καὶ τολμᾶν, Aesch. Prom. 381; ἐπεὶ προθυμῇ, χρὴ λέγειν, da du es wünschest, 633, vgl. 788; ἐν οἷς χαίρειν προθυμεῖ, Soph. Trach. 1109; ἐπεὶ προθυμῇ τῆσδε κοινοῦσθαι φυγῆς, Eur. Phoen. 1703; Her. 9, 37. 72; auch c. dat. der Person, Jemandem seine Bereitwilligkeit zeigen, ihm bereitwillig beistehen, 9, 38; προὐθυμήθησαν δὲ καὶ οἱ Χαλκιδῆς ἄνδρα δοκοῦντα δραστήριον εἶναι, Thuc. 4, 81, wie τὴν σύμβασιν 5, 17, eifrig wünschen; εὐδαίμονες εἶναι προθυμούμεθα πάντες, Plat. Euthyd. 282 a, u. öfter; auch ὃ [[πάλαι]] προὐθυμοῦντό τε καὶ ἐπετήδευον, Phaed. 64 a; προθυμήσομαι [[ὅπως]] δόξει τοῖς παροῦσιν, 91 a; προὐθυμήθην Antiph. 1, 6; προθυμηθεὶς λέγειν, Isocr. 4, 88; Folgde überall. Auch gutes Muths sein, im Ggstz von ἀθυμεῖν, Xen. Cyr. 6, 2, 13.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0724.png Seite 724]] fut. προθυμήσομαι, seltener προθυμηθήσομαι, Lys. 25, 17 Xen. Cyr. 2, 3, 3 u. als v. l. bei Plat. Phaed. 91 a, aor. προὐθυμήθην, auch ἐπροθυμήθην, – geneigt, bereit, <b class="b2">willig sein, gern wollen</b>; καὶ τολμᾶν, Aesch. Prom. 381; ἐπεὶ προθυμῇ, χρὴ λέγειν, da du es wünschest, 633, vgl. 788; ἐν οἷς χαίρειν προθυμεῖ, Soph. Trach. 1109; ἐπεὶ προθυμῇ τῆσδε κοινοῦσθαι φυγῆς, Eur. Phoen. 1703; Her. 9, 37. 72; auch c. dat. der Person, Jemandem seine Bereitwilligkeit zeigen, ihm bereitwillig beistehen, 9, 38; προὐθυμήθησαν δὲ καὶ οἱ Χαλκιδῆς ἄνδρα δοκοῦντα δραστήριον εἶναι, Thuc. 4, 81, wie τὴν σύμβασιν 5, 17, eifrig wünschen; εὐδαίμονες εἶναι προθυμούμεθα πάντες, Plat. Euthyd. 282 a, u. öfter; auch ὃ [[πάλαι]] προὐθυμοῦντό τε καὶ ἐπετήδευον, Phaed. 64 a; προθυμήσομαι [[ὅπως]] δόξει τοῖς παροῦσιν, 91 a; προὐθυμήθην Antiph. 1, 6; προθυμηθεὶς λέγειν, Isocr. 4, 88; Folgde überall. Auch gutes Muths sein, im Ggstz von ἀθυμεῖν, Xen. Cyr. 6, 2, 13.
}}
{{ls
|lstext='''προθῡμέομαι''': παρατ. προὐθυμούμην Θουκ. 4. 12, Πλάτ., προεθ- Ἡρόδ. 5. 78, 9. 37, τὸν δὲ τύπον τοῦτον ἀφίνουσιν οἱ ἐκδόται ὡς ἔχει ἐν Ξεν. Ἀγησ. 2. 1, Πλάτ. Κρατ. 395D· ― μέσ. μέλλ. προθυμήσομαι Ξεν. Κύρ. 2. 3, 3, Πλάτ. Μένων 74Β, Πολιτικ. 262Α· Παθ., προθυμηθήσομαι, Λυσ. 172 ἐν τέλ., Πλάτ. Φαίδων 91Α, 115C· ― ἀόρ. προὐθημήθην Ἀντιφῶν 112. 14, Θουκ. 5. 17, Ξεν. Ἀν. 4. 1, 22, Πλάτ. Φαίδων 96D· ἀποθ.· ([[πρόθυμος]]). Εἶμαι ἕτοιμος, [[πρόθυμος]] νὰ πράξω τι, μετ’ ἀπαρ., Ἡρόδ. 1. 36, 206, 5. 78, κ. ἀλλ., Σοφ. Τρ. 1119, Ἀριστοφ. Σφ. 1173, Λυσίας 98. 16, κτλ.· ὃς ἂν προθυμεῖσθαι ἐθέλῃ [[δίκαιος]] γενέσθαι Πλάτ. Πολ. 613Α, πρβλ. Φαίδωνα 75Β, Λάχ. 186Α, κτλ.· οὕτω καὶ Πλάτ. Φαίδ. 91Α· πρ. [[ὅπως]]… Ἡρόδ. 1. 91· πρ. [[ὅπως]] ἂν εὐδαιμονοίης Πλάτ. Λῦσ. 207Ε· ὡς ὑστερήσειε… προεθυμεῑτο Ξεν. Ἀγησ. 2, 1. 2) ἀπολ., ἂν καὶ δύναται νὰ νοηθῇ ἀπαρέμφατόν τι, δεικνύω προθυμίαν, φαίνομαι [[πρόθυμος]] νά…, Ἡρόδ. 8. 86, 9. 37, Αἰσχύλ. Πρ. 381, 630, Θουκ. 4. 81, Ξεν. Ἀνάβ. 6. 2, 22, κτλ.· πρβλ. [[ἐπισπάω]] 4· ― εἶμαι [[εὔθυμος]], [[φαιδρός]], ἀντίθετον τῷ [[ἀθυμέω]], Ξεν. Κύρ. 6. 2, 13. 3) μετ’ αἰτ. ἀντικειμ., εἶμαι [[πρόθυμος]] ὑπέρ τινος, ἐπιθυμῶ θερμῶς, ἐνεργῶ προθύμως ὑπέρ τινος, τὴν ξύμβασιν, τὴν ὁμολογίαν Θουκ. 5. 17, 8. 90· ἀλλὰ κατὰ τὸ πλεῖστον μετ’ οὐδετέρου ἐπιθέτου, πρ. τοῦτο [[ὅπως]]… Ἀντιφῶν ἔνθ’ ἀνωτ.· μηδὲν [[ἄλλο]] ἢ τοῦτο Πλάτ. Φαίδων 64Α, πρβλ. Πολ. 460D, 472Ε, κ. ἀλλ.· ― [[ὡσαύτως]], πρ. [[περί]] τι Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 7. 1, 4.
}}
}}