Anonymous

πρόθυρον: Difference between revisions

From LSJ
6_21
(13_7_1)
(6_21)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0724.png Seite 724]] τό, die vordere Thür, der Thorweg, der aus dem Gehöft ins Freie führt, Il. 15, 124. 24, 323; ἀνὰ [[πρόθυρον]] τετραμμένος, von dem Todten, der bald bestattet werden soll, 19, 212. In der Od. auch im plur., στῆ ἐπὶ προθύροις Ὀδυσῆος, οὐδοῦ ἐπ' αὐλείου, 1, 103, wie 4, 40. Auch ein Platz vor der Thür des Hauses, Vorhof, vestibulum, wie Gell. 16, 5 erkl.: locus ante ianuam domus vacuus, per quem a via aditus accessusque ad aedes est; so Od. 20, 355, εἰδώλων δὲ [[πλέον]] [[πρόθυρον]], πλείη δὲ καὶ [[αὐλή]], u. 21, 299, διὲκ προθύρου δὲ [[θύραζε]] ἕλκον, vgl. 22, 474; εὐτειχεῖ προθύρῳ θαλάμου, Pind. Ol. 6, 1; προθύροισιν Αἰακοῦ, N. 5, 53, u. öfter; [[χρόνος]] ἀμείψεται πρόθυρα δωμάτων, Aesch. Ch. 960, die Zeit wird einziehen in den Vorhof; Eur. Troad. 194; so auch in Prosa, Her. im plur., 3, 35. 140. 6, 35. 91; sing., Plat. Conv. 175 a Prot. 314 c; im plur. auch übertr., ἐπὶ τοῖς τοῦ ἀγαθοῦ προθύροις, Phil. 64 c, vgl. Rep. II, 365 c; Xen. Cyr. 7, 5, 22 u. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0724.png Seite 724]] τό, die vordere Thür, der Thorweg, der aus dem Gehöft ins Freie führt, Il. 15, 124. 24, 323; ἀνὰ [[πρόθυρον]] τετραμμένος, von dem Todten, der bald bestattet werden soll, 19, 212. In der Od. auch im plur., στῆ ἐπὶ προθύροις Ὀδυσῆος, οὐδοῦ ἐπ' αὐλείου, 1, 103, wie 4, 40. Auch ein Platz vor der Thür des Hauses, Vorhof, vestibulum, wie Gell. 16, 5 erkl.: locus ante ianuam domus vacuus, per quem a via aditus accessusque ad aedes est; so Od. 20, 355, εἰδώλων δὲ [[πλέον]] [[πρόθυρον]], πλείη δὲ καὶ [[αὐλή]], u. 21, 299, διὲκ προθύρου δὲ [[θύραζε]] ἕλκον, vgl. 22, 474; εὐτειχεῖ προθύρῳ θαλάμου, Pind. Ol. 6, 1; προθύροισιν Αἰακοῦ, N. 5, 53, u. öfter; [[χρόνος]] ἀμείψεται πρόθυρα δωμάτων, Aesch. Ch. 960, die Zeit wird einziehen in den Vorhof; Eur. Troad. 194; so auch in Prosa, Her. im plur., 3, 35. 140. 6, 35. 91; sing., Plat. Conv. 175 a Prot. 314 c; im plur. auch übertr., ἐπὶ τοῖς τοῦ ἀγαθοῦ προθύροις, Phil. 64 c, vgl. Rep. II, 365 c; Xen. Cyr. 7, 5, 22 u. Sp.
}}
{{ls
|lstext='''πρόθῠρον''': τό, ([[θύρα]]) ἡ [[ἔμπροσθεν]] [[θύρα]] ἡ ἄγουσα ἔξω ἐκ τῆς αὐλῆς διὰ τῆς αἰθούσης, ἐκ δ’ ἔλασε προθύρου καὶ αἰθούσης Ἰλ. Ω. 323, Ὀδ. Γ. 493, Ο. 146· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ πληθ., στῆ δ’... ἐπὶ προθύροις Ὀδυσῆος, οὐδοῦ ἐπ’ αὐλείου Α. 103· [[στῆμεν]] ἐνὶ προθύροισι Ἰλ. Λ. 777. πρβλ. Ὀδ. Θ. 304, Κ. 220· παραστάδας καὶ πρόθυρα βούλει ποικίλα; Κρατῖνος ἐν «Διονυσαλεξάνδρῳ» 9. 2) τὸ πρὸ τῆς θύρας ὑπόστεγον [[διάστημα]] [[εἶδος]] προστῴoυ, τὸ παρὰ Λατ. vestibulum ([[ὅπερ]] ὁ Gallus παρὰ Ge l 16. 5 ἑρμηνεύει διὰ τοῦ locus ante januam domus vacuus, per quem a via aditus accessusque ad aedes est, καὶ ὁ Βιτρούβ. 6. 10 ante januam vestibula)· ἐπὶ τῆς ἐννοίας ταύτης ὁ Ὅμ. κατὰ τὸ πλεῖστον χρῆται τῷ ἑνικῷ, Ὀδ. Σ. 10, 101, 386, Υ. 355, Φ. 299· τῷ δὲ πληθ. Δ. 20· ἐν τῷ προθύρῳ, ὡς ἐν προσκυνηταρίῳ ἦσαν οἱ τῆς οἰκογενείας θεοί, Πινδ. Π. 3. 139· ― ὁ Ἡρόδ. ἔχει τὴν λέξ. μόνον ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας καὶ ἀεὶ κατὰ πληθ., 3. 35, 140, κ. ἀλλ.· οὕτω παρ’ Ἀττ., πρόθυρα δωμάτων Αἰσχύλ. Χο. 966, πρβλ. Εὐρ. Τρῳ. 194, Θουκ. 6. 27· ἀλλ’ ἐν τῷ ἑνικῷ, Πλάτ. Πρωτ. 314C, Συμπ. 157Α. 3) μεταφορ., [[Κόρινθος]] [[πρόθυρον]] Ποτειδᾶνος Πινδ. Ο. 13. 5· ἐπὶ τοῖς τοῦ ἀγαθοῦ προθύροις Πλάτ. Φίληβ. 64C· πρόθυρα... καὶ [[σχῆμα]]... ἀρετῆς ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 365C· χείλη... στόματος νεκταρέου πρόθυρα Ἀνθ. Π. 5. 56.
}}
}}