Anonymous

μῖξις: Difference between revisions

From LSJ
6_8
(13_6a)
 
(6_8)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0188.png Seite 188]] ἡ (so richtiger als [[μίξις]]), <b class="b2">Mischung</b>, Vermischung, bes. fleischliche, Beischlaf; [[μῖξις]] τουτέων [[ἐμφανής]] ἐστι, Her. 3, 101, ἐπίκοινον τῶν γυναικέων τὴν μῖξιν ποιεῦνται, 4, 172; λύπης τε καὶ ἡδονῆς, Plat. Phil. 47 d, öfter; ἐν τῇ τῶν παίδων μίξει, eheliche Verbindung zur Kinderzeugung, Legg. VI, 773 d; auch μηδεμίαν εἶναι μῖξιν μηδενὶ πρὸς [[μηδέν]], Soph. 260 b; ἡ [[πρός]] τινα μ., Plut. Gryll. 7.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0188.png Seite 188]] ἡ (so richtiger als [[μίξις]]), <b class="b2">Mischung</b>, Vermischung, bes. fleischliche, Beischlaf; [[μῖξις]] τουτέων [[ἐμφανής]] ἐστι, Her. 3, 101, ἐπίκοινον τῶν γυναικέων τὴν μῖξιν ποιεῦνται, 4, 172; λύπης τε καὶ ἡδονῆς, Plat. Phil. 47 d, öfter; ἐν τῇ τῶν παίδων μίξει, eheliche Verbindung zur Kinderzeugung, Legg. VI, 773 d; auch μηδεμίαν εἶναι μῖξιν μηδενὶ πρὸς [[μηδέν]], Soph. 260 b; ἡ [[πρός]] τινα μ., Plut. Gryll. 7.
}}
{{ls
|lstext='''μῖξις''': -εως, ἡ, τὸ μιγνύειν, ἀναμιγνύειν, Ἐμπεδ. 100, καὶ [[συχν]]. παρὰ Πλάτ.· τινι [[πρός]] τι ὁ αὐτ. ἐν Σοφιστ. 260Β· περὶ τῆς διαφορᾶς πρὸς τὸ [[κρᾶσις]], ἴδε ἐν λ. [[κρᾶσις]]. II. [[ἀνάμιξις]], [[σχέσις]], συναφὴ μετ’ ἄλλων, ἰδίως ἡ σαρκικὴ [[μῖξις]] ἢ ἡ ἐμπορικὴ [[ἐπιμιξία]], Ἡρόδ. 1. 203, κ. ἀλλ.: [γυναικῶν] ἐπίκοινον τὴν μῖξιν ποιεῖσθαι ὁ αὐτ. 4. 172· μ. [[πρός]] τινα Πλούτ. 2. 990D· ἐν τῇ τῶν παίδων μίξει, ἐν τῇ μίξει [[μετὰ]] γυναικὸς [[χάριν]] παιδοποιΐας, Πλάτ. Νόμ. 773D.
}}
}}