Anonymous

ῥωγαλέος: Difference between revisions

From LSJ
6_4
(c2)
(6_4)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0854.png Seite 854]] zerrissen, zersetzt, Od. 13, 435, öfter; χαλκῷ, Il. 2, 417, zerhauen.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0854.png Seite 854]] zerrissen, zersetzt, Od. 13, 435, öfter; χαλκῷ, Il. 2, 417, zerhauen.
}}
{{ls
|lstext='''ῥωγᾰλέος''': -α, -ον, (ῥώξ) διερρωγώς, διερρηγμένος, διεσχισμένος, κατατετρημένος, [[ῥακώδης]], χιτῶνα χαλκῷ ῥωγαλέον, «σιδήρῳ διεσχισμένον» (Σχόλ.), Ἰλ. Β. 417· πήρην πυκνά ῥωγαλέην, διεσχισμένην, ῥακώδη, Ὀδ. Ρ. 198, Σ. 109· [[ῥάκος]] ... ἠδὲ χιτῶνα, ῥωγαλέα Α. 435, 438, κτλ.
}}
}}