Anonymous

σακτός: Difference between revisions

From LSJ
6_10
(13_3)
(6_10)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0858.png Seite 858]] vollgestopft, vollgepfropft, angefüllt; τευθὶς σακτή, farcirt, Antiphan. bei Ath. VII, 295 e; auch [[οἶνος]], = [[σακκίας]], Poll. 6, 18 aus Eupol.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0858.png Seite 858]] vollgestopft, vollgepfropft, angefüllt; τευθὶς σακτή, farcirt, Antiphan. bei Ath. VII, 295 e; auch [[οἶνος]], = [[σακκίας]], Poll. 6, 18 aus Eupol.
}}
{{ls
|lstext='''σακτός''': -ή, -όν, ([[σάττω]]) [[γεμιστός]], παραγεμισμένος, Ἀντιφ. ἐν «Κύκλ.» 1. 3. ΙΙ. διελθὼν διὰ τοῦ ἠθμοῦ, στραγγισμένος (πρβλ. [[σακεύω]]). Εὔπολις ἐν Ἀδήλ. 107. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «[[σακτός]]· ὁ τεθησαυρισμένος, ὁ [[πολυχρόνιος]] καὶ ἤδη ἀποκείμενος. καὶ χιτῶνος [[εἶδος]]· καὶ [[θύλακος]]»
}}
}}