3,271,244
edits
(13_6a) |
(6_19) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0973.png Seite 973]] ὁ, der Sykophant, eigtl. der Feigenanzeiger, ein Aufpasser, der diejenigen ausspürt u. anzeigt, die gegen das Verbot handeln, nach welchem man keine Feigen aus Attika ausführen und verkaufen sollte; dah. ein Jeder, der aus Bosheit oder Gewinnsucht Andere anklagte; ein ränkevoller, falscher Ankläger, Chikaneur; eine in Athen seit Perikles sehr zahlreiche und verachtete Menschenklasse; Ar. Ach. 533 Av. 1423 Plut. 31 u. öfter; Xen. Mem. 2, 9, 3; [[συκοφάντης]] γὰρ εἶ ἐν τοῖς λόγοις Plat. Rep. I, 340 d, u. öfter, u. Folgde. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0973.png Seite 973]] ὁ, der Sykophant, eigtl. der Feigenanzeiger, ein Aufpasser, der diejenigen ausspürt u. anzeigt, die gegen das Verbot handeln, nach welchem man keine Feigen aus Attika ausführen und verkaufen sollte; dah. ein Jeder, der aus Bosheit oder Gewinnsucht Andere anklagte; ein ränkevoller, falscher Ankläger, Chikaneur; eine in Athen seit Perikles sehr zahlreiche und verachtete Menschenklasse; Ar. Ach. 533 Av. 1423 Plut. 31 u. öfter; Xen. Mem. 2, 9, 3; [[συκοφάντης]] γὰρ εἶ ἐν τοῖς λόγοις Plat. Rep. I, 340 d, u. öfter, u. Folgde. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''σῡκοφάντης''': -ου, ὁ, ὡς καὶ νῦν, ὁ ψευδῶς κατηγορῶν τινα, ἢ διαβάλλων, Ἀριστοφάν., κλπ.· ([[οὐδέποτε]] δὲ παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἔχει τὴν σημασίαν ἣν ἐν τῇ Ἀγγλικῇ ἔχει τὸ sycophant, δηλ. [[κόλαξ]])· ― [[καθόλου]], ψευδής, [[ἀπατηλός]], [[σύμβουλος]], Δημ. 475. 27. ― Οἱ συκοφάνται ἤρχισαν νὰ πληθύνωνται ἀπὸ τῶν χρόνων τοῦ Περικλέους καὶ ἦσαν ἀντικείμενον κοινῆς προσβολῆς ἐκ μέρους τῶν κωμῳδιοποιῶν, Ἀριστοφ. Ἀχ. 559, 818 κἑξ., κ. ἀλλ.· ἴδε Σχόλ. εἰς Πλοῦτ. 31, Ἀντιφῶν 138. 32, Ἀνδοκ., κλπ. (Ἡ [[λέξις]] παρήχθη κατὰ τὸν Ἴστρον καὶ τὸν Φιλόμνηστον παρ’ Ἀθην. 74Ε, καὶ F, Πλουτ. Σόλωνα 24. 2, 523Β, ἐκ τοῦ [[σῦκον]], [[φαίνω]], καὶ [[κυρίως]] ἐσήμαινε τὸν καταγγέλοντά τινα εἰς τὸ [[δικαστήριον]] ὡς ἐξάγοντα σῦκα ἐκ τῆς Ἀττικῆς, ἢ ὡς καρπούμενον τὰς ἱερὰς συκᾶς. ― Ἀλλὰ τὸ [[συκοφάντης]] ἐπὶ τῆς ἐννοίας τοῦ καταγγέλλοντος [[οὐδαμοῦ]] ἀπαντᾷ καὶ ἡ [[ἑρμηνεία]] αὕτη [[εἶναι]] πιθανῶς ἁπλοῦν [[ἐπινόημα]], πρβλ. Λυσί. 171. 14 (τῶν συκοφαντῶν [[ἔργον]] ἐστὶ καὶ τοὺς μηδὲν ἡμαρτηκότας εἰς αἰτίαν καθιστάνειν), Δημ. 1309. 12 (τοῦτο γάρ ἐστιν ὁ σ., αἰτιάσασθαι μὲν πάντα, ἐξελέγξαι δὲ μηδέν). Ὁ κ. Lancelot Shadwell ὑπέδειξεν ὅτι ἡ [[λέξις]] [[κυρίως]] ἐσήμαινε τὸν φανερώνοντα σῦκα, δηλ. τὸν φανερώνοντα τὴν ὕπαρξιν τῶν σύκων διὰ τῆς σείσεως τοῦ δένδρου (ἅτινα σῦκα ἐκρύπτοντο εἰς τὸ πυκνὸν [[αὐτοῦ]] [[φύλλωμα]])· ἀκολούθως δὲ μεταφορ., τὸν ἀναγκάζοντα τοὺς πλουσίους δι’ ἀπειλῶν περὶ ψευδῶν κατηγοριῶν καὶ ἄλλων τοιούτων μέσων νὰ παρέχῃ εἰς αὐτὸν χρήματα· εἰς ὑποστήριξιν δὲ ποιεῖται μνείαν τῆς χρήσεως τοῦ [[σείω]] ἐπὶ τῆς ἐννοίας τοῦ concutio ([[σείω]] Ι. 4), παραβάλλων τὰς φράσεις ἔσειον, ᾔτουν χρήματ’, ἠπείλουν, ἐσυκοφάντουν, Ἀριστοφάν. Ἀποσπ. 20, πρβλ. Ἱππ. 840, Εἰρ. 639· ἑτέρους... ἔσειε καὶ ἐσυκοφάντει Ἀντιφῶν 146. 22· μηδένα διασείσητε [[μηδὲ]] συκοφαντήσητε Εὐαγγ. κ. Λουκ. γ΄, 14· οὕτω καὶ ἀποσυκάζεις πιέζων τοὺς ὑπευθύνους, σκοπῶν [[ὅστις]]... Ἀριστοφάν. Ἱππ. 259 κἑξ.· ἀμέλγει τῶν ξένων τοὺς καρπίμους [[αὐτόθι]] 324. | |||
}} | }} |