Anonymous

μυθεύω: Difference between revisions

From LSJ
6_2
(13_4)
(6_2)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0214.png Seite 214]] = μυθέομαις λόγοισι μυθεύουσα, Eur. Herc. Fur. 77; ὡς μεμύθευται βροτοῖς, Ion 265; Strab. 1, 2, 36 u. Luc. Aber med. μυθεύονται τοὺς παῖδας έξ Ἄρεως [[γενέσθαι]], Strab. V, 3, 2; – Eust. erkl. μυθεύεσθαι τὸ ψευδῶς λέγειν.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0214.png Seite 214]] = μυθέομαις λόγοισι μυθεύουσα, Eur. Herc. Fur. 77; ὡς μεμύθευται βροτοῖς, Ion 265; Strab. 1, 2, 36 u. Luc. Aber med. μυθεύονται τοὺς παῖδας έξ Ἄρεως [[γενέσθαι]], Strab. V, 3, 2; – Eust. erkl. μυθεύεσθαι τὸ ψευδῶς λέγειν.
}}
{{ls
|lstext='''μῡθεύω''': [[νεώτερος]] [[τύπος]] τοῦ [[μυθέομαι]], Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 77. - Παθ., γίνεται περὶ ἐμοῦ [[λόγος]], ὁ αὐτ. ἐν Ἴωνι 196· ὡς μεμύθευται βροτοῖς, ὡς γίνεται [[λόγος]] μεταξὺ τῶν θνητῶν, ὡς λέγεται..., ὡς διηγοῦνται, [[αὐτόθι]] 265. ΙΙ. μυθωδῶς διηγοῦμαι, μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρ., Ἀριστ. π. Θαυμασ. 81· [[οὕτως]] ἐν τῷ παθ., τὰ μυθευόμενα λιθοῦσθαι ὁ αὐτ. π. Ζ. Μορ. 1. 1, 29· μυθεύονται [[κατασχεῖν]] τὴν νῆσον Στράβ. 654.
}}
}}