Anonymous

ἁρπάγη: Difference between revisions

From LSJ
6_11
(c2)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0358.png Seite 358]] ἡ, Harke, Eur. Cycl. 33. Haken, bes. zum Emporziehen der Brunneneimer. Bei Poll. auch = [[κρεάγρα]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0358.png Seite 358]] ἡ, Harke, Eur. Cycl. 33. Haken, bes. zum Emporziehen der Brunneneimer. Bei Poll. auch = [[κρεάγρα]].
}}
{{ls
|lstext='''ἁρπάγη''': ἡ, ὡς καὶ παρ’ ἡμῖν, κοιν. «γάντζος», «τσιγκέλι» (Τουρκ.), Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 210· καθ’ Ἡσύχ. «[[ἁρπάγη]]· [[ἐξαυστήρ]]· ἔστι τὸ [[σκεῦος]] ἔχον ὀγκίνους, ᾧ τοὺς κάδους ἀνασπῶσιν ἀπὸ τῶν φρεάτων, ὁ καὶ [[λύκος]]» Ἡσύχ.· σαίρειν σιδηρᾷ τῇδέ μ’ ἁρπάγῃ δόμους Εὐρ. Κύκλ. 33: «κρεάγραν, ἣν καὶ ἁρπάγην ἐκάλουν, καὶ λύκον καὶ ἐξαυστῆρα» [[Πολυδ]]. Ϛ΄, 88· τοὺς δὲ τῶν κριῶν ἁρπάγαις ἀνέσπων Δίων Κ. 66. 4· ἁρπάγας ἕτεραι ἔχουσαι ἀνέσπων πλοῖα καὶ μηχανήματα ὁ αὐτ. 74. 11.
}}
}}