Anonymous

μισθαρνητικός: Difference between revisions

From LSJ
6_11
(13_1)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0190.png Seite 190]] ή, όν, um Lohn dienend, ἡ μὲν ἰατρικὴ ὑγίειαν ποιεῖ, ἡ δὲ μισθαρνητικὴ μισθόν, Plat. Rep. I, 346 d u. A.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0190.png Seite 190]] ή, όν, um Lohn dienend, ἡ μὲν ἰατρικὴ ὑγίειαν ποιεῖ, ἡ δὲ μισθαρνητικὴ μισθόν, Plat. Rep. I, 346 d u. A.
}}
{{ls
|lstext='''μισθαρνητικός''': -ή, -όν, ὁ, ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς [[ἔργον]] ἐπὶ μισθῷ ἡ -κή (δηλ. [[τέχνη]]) τὸ [[ἐπάγγελμα]] τοῦ ἐπὶ μισθῷ ἐργαζομένου, Πλάτ. Πολ. 346Β. D· ἐν Σοφιστ. 222D, τὰ Ἀντίγραφ. ἔχουσι: μισθαρνευτικόν.
}}
}}