Anonymous

ἄνοζος: Difference between revisions

From LSJ
6_18
(a)
(6_18)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0239.png Seite 239]] ohne Zweige, Theophr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0239.png Seite 239]] ohne Zweige, Theophr.
}}
{{ls
|lstext='''ἄνοζος''': -ον, ὁ μὴ ἔχων ὄζους ἢ ἔχων ὀλίγους μόνον, ἀντιτίθεται πρὸς τὸ [[ὀζώδης]], ἔστι γὰρ (τῶν δένδρων) τὰ μὲν ὀζώδη, τὰ δὲ ἄνοζα Θεοφρ. Ἱστ. Φ. 1. 8, 1, κτλ: - Συγκρ. -ότερος [[αὐτόθι]] 3. 13, 3: - Ὡσαύτως, [[ἄοζος]], ον, [[αὐτόθι]] 1. 5, 4, κτλ.
}}
}}