Anonymous

μάννα: Difference between revisions

From LSJ
1,120 bytes added ,  5 August 2017
6_10
(13_3)
(6_10)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0092.png Seite 92]] ἡ, der Brocken, das Krümchen, Sp., bes. λιβανωτοῦ, mica thuris, Diosc.; vgl. B. A. 108; – τὸ [[μάννα]], das Manna der Israeliten, LXX., N. T.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0092.png Seite 92]] ἡ, der Brocken, das Krümchen, Sp., bes. λιβανωτοῦ, mica thuris, Diosc.; vgl. B. A. 108; – τὸ [[μάννα]], das Manna der Israeliten, LXX., N. T.
}}
{{ls
|lstext='''μάννᾰ''': ἡ, μικρὸν [[τεμάχιον]], [[κόκκος]], [[μάννα]] λιβανωτοῦ, Λατ. mica thuris, (Πλίν.), Διοσκ. 1. 83· - [[μάννα]] [[ὡσαύτως]] ἐν χρήσει ὡς = τῷ [[μάννα]] λιβανωτοῦ, τὸ [[κόμμι]] τοῦ δένδρου, [[λίβανος]] Ἱππ. π. Ἄρθρ. 802, πρβλ. 1014F· - τὸ [[ὄνομα]] [[μάννα]] δίδεται [[σήμερον]] εἰς τὸ [[κόμμι]] πολλῶν τῆς Ἀνατολῆς θάμνων, [[μάλιστα]] δὲ τῆς μυρίκης, ἴδε Dict. of. Bible, καὶ πρβλ. [[μέλι]] ΙΙ, [[ἐλαιόμελι]]. 2) ἡ ἐν τῇ ἐρήμῳ [[θεόπεμπτος]] τροφὴ τῶν Ἑβραίων, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 13, - [[ὡσαύτως]] τὸ [[μάννα]] ἀκλίτως, Ἑβδ. (Ἀριθμ. ΙΑ΄, 7, Σοφ. Σολ. Ιϛʹ, 21), Βασίλ. IV, 700C, κλ. (Περὶ τῆς Ἑβραϊκῆς ἐτυμολ., mam-hû, man, ἴδε Ἔξοδ. ιϛʹ 15, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 1, 6).
}}
}}