Anonymous

καλλυντήριος: Difference between revisions

From LSJ
m
LSJ1 replacement
(6_16)
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kallyntirios
|Transliteration C=kallyntirios
|Beta Code=kallunth/rios
|Beta Code=kallunth/rios
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">of</b> or <b class="b2">for beautifying</b>: hence <b class="b3">τὰ Κ</b>., a festival on the <span class="bibl">19t</span>h Thargelion, <b class="b2">when the statue of Athena Polias was fresh adorned</b>, Phot., <span class="title">EM</span>487.13.</span>
|Definition=καλλυντήριον, of or for [[beautifying]]: hence τὰ [[Καλλυντήρια]] = a [[festival]] on the 19th [[Thargelion]], when the [[statue]] of [[Athena Polias]] was fresh [[adorn]]ed, Phot., ''EM''487.13.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''καλλυντήριος''': -ον, ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς τὸ καλλύνειν, «καλλυντήρια· κοσμητήρια» Ἡσύχ.· τὰ καλλυντήρια, ἑορτὴ κατὰ τὴν 19ην του Θαργηλιῶνος, [[ὁπότε]] τὸ [[ἄγαλμα]] τῆς Ἀθηνᾶς ἐκ νέου ἐκαλύνετο, δηλ. ἐκοσμεῖτο, Φώτ., Ἐτυμολ. Μ. 487. 13· πρβλ. Πλυντήρια.
|lstext='''καλλυντήριος''': -ον, ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς τὸ καλλύνειν, «καλλυντήρια· κοσμητήρια» Ἡσύχ.· τὰ καλλυντήρια, ἑορτὴ κατὰ τὴν 19ην του Θαργηλιῶνος, [[ὁπότε]] τὸ [[ἄγαλμα]] τῆς Ἀθηνᾶς ἐκ νέου ἐκαλύνετο, δηλ. ἐκοσμεῖτο, Φώτ., Ἐτυμολ. Μ. 487. 13· πρβλ. Πλυντήρια.
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ο (Α [[καλλυντήριος]], -ον) [[καλλύνω]]<br />ο [[κατάλληλος]] να καλλύνει, να ομορφαίνει, ο [[καλλωπιστικός]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το καλλυντήριο</i><br />[[μέρος]] ή [[εργαστήριο]] καλλωπισμού<br /><b>αρχ.</b><br />(το ουδ. πληθ. ως κύριο όν.) <i>τὰ Καλλυντήρια</i><br />[[εορτή]] που γινόταν στην Αθήνα από τις 19 ώς τις 25 του [[μήνα]] Θαργηλιώνος [[προς]] [[τιμή]] της Πολιάδος Αθηνάς, [[κατά]] την οποία έπλεναν και στόλιζαν το [[άγαλμα]] της θεάς.
}}
}}