Anonymous

ὀρεωκόμος: Difference between revisions

From LSJ
6_14
(c2)
(6_14)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0373.png Seite 373]] ὁ, = [[ὀρεοκόμος]]; Ar. Thesm. 491; Xen. u. sonst oft, als v. l. für [[ὀρεοκόμος]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0373.png Seite 373]] ὁ, = [[ὀρεοκόμος]]; Ar. Thesm. 491; Xen. u. sonst oft, als v. l. für [[ὀρεοκόμος]].
}}
{{ls
|lstext='''ὀρεωκόμος''': ὁ, (ὀρεὺς) ὁ κομῶν [[ἤτοι]] θεραπεύων τοὺς ὀρέας [[ἤτοι]] τὰς ἡμιόνους, Ἀριστοφ. Θεσμ. 491, Ἀποσπ. 531, Πλάτ. Λῦσ. 208Β, Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 42· ἴδε Schneidewin Ὑπερείδ. [[ὑπὲρ]] Λυκόφρ. 4. Ἐν τοῖς Ἀντιγράφοις [[συχνάκις]] φέρεται [[ἐσφαλμένως]] [[ὀρεοκόμος]], ὀρεοκομέω, ὡς παρὰ Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτ., [[Πολυδ]]. Ζ΄, 183, Ἡσύχ.· ὁ [[τελευταῖος]] [[οὗτος]] μνημονεύει καὶ τύπον ὀρειοκόμος, «ὀρειοκόμος, ὁ τὰς ἡμιόνους θεραπεύων». - Ἴδε Κόντον ἐν τῷ περιοδικῷ «Σωκράτει τ. 1, σ. 533 καὶ ἐν τῇ «Ἑβδομάδι» 1884, Δελτ. 24, σ. 3.
}}
}}