Anonymous

ἀρχή: Difference between revisions

From LSJ
7,113 bytes added ,  5 August 2017
6_9
(13_7_3)
(6_9)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0365.png Seite 365]] ἡ, 1) der <b class="b2">Anfang</b>, Beginn, von Hom. anüberall; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἀρχῆς, v. l. ἄτης, Iliad. 3, 100, s. Scholl. Aristonic.; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἄτης, v. l. ἀρχῆς, 24, 28, s. Scholl. Did.; κακοῦ 11, 604; πήματος Od. 8, 81; νείκεος Iliad. 22, 116; φόνου Od. 21, 4. 24, 169; ξεινοσύνης 21, 35; ἐξ ἀρχῆς, von Alters her, Od. 1, 188. 2, 254. 17, 69. 11, 438; οὑ' ξ ἀρχῆς [[φίλος]] Soph. O. R. 385; Pind. Ol. 7, 20; Aesch. Eum. 274; [[πάλιν]] ἐξ ἀρχῆς λέγε Plat. Phaed. 105 b; ἐὰν ἐξ ἀρχῆς φύσιν ἄθυμον λάβῃ Rep. III, 411 b, von vorn herein, d. i. an sich; ἐξ ἀρχῆς τὸ [[γενέσθαι]] χαλεπὸν παντὶ ζῴῳ Epin. 373 d; εὐθὺς ἐξ ἀ. Legg. II, 653 b; ὁ ἐξ ἀ. [[λόγος]] Theaet. 177 c u. öfter, wie Sp.; wird auch [[ἐξαρχῆς]] geschrieben. Ebenso steht auch [[ἀρχήν]], u. bes. mit der Negation, durchaus nicht, überhaupt nicht, vgl. Wolf Dem. Lept. p. 278; Her. 3, 39 u. öfter; τὰ γὰρ ἄλλα δένδρεα οὐδὲ πειρᾶται ἀρχὴν φέρειν, überhaupt nicht einmal, 1, 193; vgl. 7, 26; τοῦτο οὐκ [[ἐνδέκομαι]] τὴν [[ἀρχήν]], überhaupt nicht, 4, 25; τὸ ἄῤῥεν ἦν τοῦ ἡλίου τὴν ἀρχὴν ἔκγονον, ursvrünglich, Plat. Conv. 190 e; γίγνεσθαι ἡμᾶς τὴν ἀρχὴν οὐκ ἐῶσι Theaet. 206 d; Apol. 29 c, u. sonst; vgl. Xen. Cyr. 8, 3, 1; Pol. braucht so auch den plur., τὰς ἀρχάς, 2, 25, 8, u. öfter. Aehnl. ἀπ' ἀρχῆς, Her. 2, 104; Pind. P. 8, 26; κατ' ἀρχάς, Plat. Prot. 322 a; τὸ κατ' ἀρχὰς λεχθέν Soph. 261 a u. öfter. – 2) <b class="b2">An </b><b class="b2">fangspunkt</b>, πεισμάτων Eur. Hipp. 712; στρόφου Her. 4, 60; ἀρχὴν βάλλεσθαί τινος, den Grund zu etwas legen, Plat Ep. VII, 326 c; vgl. Pind. N. 1, 8. Bes. in philosophischer Beziehung, sowohl die Elemente, als die Principien. – 3) <b class="b2">Regierung</b>, [[Διός]] Pind. Ol. 2, 60; öfter Tragg. u. in Prosa, wo auch die Beherrschten im gen. stehen, πολλῶν ἀνθρώπων, ναυτῶν, Plat. Crit. 104 a Rep. I, 341 d; bes. die ersten Würden im Staate, magistratus, auch Feldherrenwürde, Oberbefehl; ἀρχὴν ἄρχειν, ein obrigkeitliches Amt verwalten, Conv. 183 a u. öfter; ἐν ἀρχῇ εἶναι, εἰς ἀρχὴν καθίστασθαι, εἰσιέναι, ἀρχὴν [[λαχεῖν]]. Plat. setzt ἰδιωτεῖαι καὶ ἀρχαί gegenüber, Rep. X, 618 d, u. vrbdt αἱ μέγισται ἀρχαὶ καὶ τιμαί Tim. 20 a; auch die Behörden selbst, Aesch. Ag. 123; u. öfter im Att. = [[ἄρχων]], z. B. τὴν ἀρχὴν εἰσάγειν, Is. 1, 14, wo nachher ὁ τῶν ἀρχόντων ἐλθών steht; ἄγειν ἐπὶ τὴν [[ἀρχήν]] Pol. 12, 16, 3 u. sonst. – Auch das Beherrschte, das Reich, βασιλέως Xen. An. 1, 9, 13 u. öfter; entsprechend [[δύναμις]] καὶ [[χώρα]] 2, 5, 11.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0365.png Seite 365]] ἡ, 1) der <b class="b2">Anfang</b>, Beginn, von Hom. anüberall; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἀρχῆς, v. l. ἄτης, Iliad. 3, 100, s. Scholl. Aristonic.; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἄτης, v. l. ἀρχῆς, 24, 28, s. Scholl. Did.; κακοῦ 11, 604; πήματος Od. 8, 81; νείκεος Iliad. 22, 116; φόνου Od. 21, 4. 24, 169; ξεινοσύνης 21, 35; ἐξ ἀρχῆς, von Alters her, Od. 1, 188. 2, 254. 17, 69. 11, 438; οὑ' ξ ἀρχῆς [[φίλος]] Soph. O. R. 385; Pind. Ol. 7, 20; Aesch. Eum. 274; [[πάλιν]] ἐξ ἀρχῆς λέγε Plat. Phaed. 105 b; ἐὰν ἐξ ἀρχῆς φύσιν ἄθυμον λάβῃ Rep. III, 411 b, von vorn herein, d. i. an sich; ἐξ ἀρχῆς τὸ [[γενέσθαι]] χαλεπὸν παντὶ ζῴῳ Epin. 373 d; εὐθὺς ἐξ ἀ. Legg. II, 653 b; ὁ ἐξ ἀ. [[λόγος]] Theaet. 177 c u. öfter, wie Sp.; wird auch [[ἐξαρχῆς]] geschrieben. Ebenso steht auch [[ἀρχήν]], u. bes. mit der Negation, durchaus nicht, überhaupt nicht, vgl. Wolf Dem. Lept. p. 278; Her. 3, 39 u. öfter; τὰ γὰρ ἄλλα δένδρεα οὐδὲ πειρᾶται ἀρχὴν φέρειν, überhaupt nicht einmal, 1, 193; vgl. 7, 26; τοῦτο οὐκ [[ἐνδέκομαι]] τὴν [[ἀρχήν]], überhaupt nicht, 4, 25; τὸ ἄῤῥεν ἦν τοῦ ἡλίου τὴν ἀρχὴν ἔκγονον, ursvrünglich, Plat. Conv. 190 e; γίγνεσθαι ἡμᾶς τὴν ἀρχὴν οὐκ ἐῶσι Theaet. 206 d; Apol. 29 c, u. sonst; vgl. Xen. Cyr. 8, 3, 1; Pol. braucht so auch den plur., τὰς ἀρχάς, 2, 25, 8, u. öfter. Aehnl. ἀπ' ἀρχῆς, Her. 2, 104; Pind. P. 8, 26; κατ' ἀρχάς, Plat. Prot. 322 a; τὸ κατ' ἀρχὰς λεχθέν Soph. 261 a u. öfter. – 2) <b class="b2">An </b><b class="b2">fangspunkt</b>, πεισμάτων Eur. Hipp. 712; στρόφου Her. 4, 60; ἀρχὴν βάλλεσθαί τινος, den Grund zu etwas legen, Plat Ep. VII, 326 c; vgl. Pind. N. 1, 8. Bes. in philosophischer Beziehung, sowohl die Elemente, als die Principien. – 3) <b class="b2">Regierung</b>, [[Διός]] Pind. Ol. 2, 60; öfter Tragg. u. in Prosa, wo auch die Beherrschten im gen. stehen, πολλῶν ἀνθρώπων, ναυτῶν, Plat. Crit. 104 a Rep. I, 341 d; bes. die ersten Würden im Staate, magistratus, auch Feldherrenwürde, Oberbefehl; ἀρχὴν ἄρχειν, ein obrigkeitliches Amt verwalten, Conv. 183 a u. öfter; ἐν ἀρχῇ εἶναι, εἰς ἀρχὴν καθίστασθαι, εἰσιέναι, ἀρχὴν [[λαχεῖν]]. Plat. setzt ἰδιωτεῖαι καὶ ἀρχαί gegenüber, Rep. X, 618 d, u. vrbdt αἱ μέγισται ἀρχαὶ καὶ τιμαί Tim. 20 a; auch die Behörden selbst, Aesch. Ag. 123; u. öfter im Att. = [[ἄρχων]], z. B. τὴν ἀρχὴν εἰσάγειν, Is. 1, 14, wo nachher ὁ τῶν ἀρχόντων ἐλθών steht; ἄγειν ἐπὶ τὴν [[ἀρχήν]] Pol. 12, 16, 3 u. sonst. – Auch das Beherrschte, das Reich, βασιλέως Xen. An. 1, 9, 13 u. öfter; entsprechend [[δύναμις]] καὶ [[χώρα]] 2, 5, 11.
}}
{{ls
|lstext='''ἀρχή''': ἡ, (ἴδε ἄρχω), ἡ [[ἀρχή]], [[ἔναρξις]], πρώτη [[αἰτία]], νείκεος ἀρχὴ Ἰλ. Χ. 116· πήματος Ὀδ. Θ. 81· φόνου Φ. 4, κτλ.· ἀρ. γενέσθαι κακῶν Ἡροδ. 5. 97· [[ἀρχήν]] τινος ποιεῖσθαι, νὰ κάμῃ τι; ἀρχὴν πράγματός τινος, Θουκ. 1. 128· ἀρχὴν ὑποθέσθαι, βάσιν, θεμέλιον ὑποθέσθαι, Δημ. 29. 4, κτλ· ἀρχὴν ἄρχεσθαί τινος Πλάτ. Τίμ. 36Ε. β) [[συχν]]. [[μετὰ]] προθ. ἐν ἐπιρρηματικῇ χρήσει, ἐξ ἀρχῆς = [[ἀρχῆθεν]], ἀπὸ παλαιοῦ, Ὀδ. Α. 188, κτλ.· οὑξ ἀρχῆς φίλος Σοφ. Ο. Τ. 385· ἡ ἐξ ἀρχῆς [[ἔχθρα]] Ξεν., κτλ.· τὸ ἐξ ἀρχῆς Ξεν. Κυν. 12. 6· [[ἀλλά]], πλουτεῖν ἐξ ἀρχῆς [[πάλιν]], ἐκ νέου, Ἀριστοφ. Πλ. 221· λόγον [[πάλιν]] [[ὥσπερ]] ἐξ ἀρχῆς κινεῖν Πλάτ. Πολ. 450Α· ὁ ἐξ ἀρχῆς [[λόγος]] ὁ αὐτ. Θεαιτ. 177C, πρβλ. 179D, κτλ.· αἱ ἐξ ἀρχῆς [μναῖ], ὃ ἐ. αἱ ἀρχικαί, αἱ ἀποτελοῦσαι τὸ κεφάλαιον, Ἀριστ. Πολ. 3. 9, 5: ― [[οὕτως]], ἀπ᾿ ἀρχῆς Ἡσ. Θ. 425, Ἡρόδ. 2. 104, Πινδ., Τραγ.: ― κατ᾿ ἀρχάς, ἐν ἀρχῇ, Ἡρόδ. 3. 153., 7. 5· [[αὐτίκα]] κατ᾿ ἀρχὰς ὁ αὐτ. 8. 94· τὸ κατ᾿ ἀρχὰς Πλάτ. Νόμ. 798Α, κ. ἀλλ. γ) κατ᾿ αἰτ. μετ᾿ ἐπιρρ. ἐννοίας, ἀρχὴν γὰρ ἐγὼ μηχανήσομαι οὕτω [[ὥστε]] κτλ., ἐν πρώτοις, πρώτιστα, Ἡροδ. 1. 9., 2. 28, κ. ἀλλ.· τὴν ἀρχὴν Ἀνδοκ. 26. 5: ― [[συχν]]. παρακολουθεῖται ὑπὸ ἀρνητ. μορίου καὶ [[τότε]] σημαίνει [[παντάπασι]], παντελῶς, [[οὐδόλως]], Λατ. omnino non, ἀρχὴν [[μηδὲ]] λαβὼν Ἡροδ. 3. 39· ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα Σοφ. Ἀντ. 92· [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Jebb· ἀρχὴν κλύειν ἂν οὐκ... ἐβουλόμην ὁ αὐτ. Φίλ. 1239. πρβλ. Ἠλ. 439· [[ἐνίοτε]] [[μετὰ]] τοῦ ἄρθρου, τοῦτο οὐκ [[ἐνδέκομαι]] τὴν ἀρχὴν Ἡροδ. 4. 25, πρβλ. 28· τὴν ἀρχὴν γὰρ ἐξῆν αὐτῷ μὴ γράφειν Δημ. 651. 23· πρβλ. Ἀντιφῶντα 138. 6, Πλάτ. Γοργ. 478C· ἡ [[σημασία]] αὕτη ἀπαντᾷ καὶ ἂνευ ἀρνητικοῦ μορίου, ἐόντες ἀρχὴν [[ἑπτά]], ἐν συνόλῳ, Ἡρόδ. 8. 132, ἴδε 1. 9: ― πρβλ. [[ἀρχῆθεν]]. 2) πρώτη [[ἀρχή]], [[στοιχεῖον]], πρῶτον ἐν τοιαύτῃ χρήσει παρὰ τοῖς Ἴωσι φιλοσόφοις, Ἀριστ. Μεταφ. 1. 3, 3, κἑξ.· [[συχν]]. παρὰ Πλάτ. καὶ Ἀριστ., [[μάλιστα]] ἐν τῷ πληθ.: ὁ Ἡράκλειτος ἐκάλει τὴν ψυχὴν ἀρχὴν, Ἀριστ. περὶ Ψυχ. 1. 2, 19. 3) ἡ [[ἄκρα]] ἐπιδέσμου, σχοινίου, σινδόνος, κτλ., Ἡροδ. 4. 60, Ἱππ. Κατ᾿ Ἰητρ. 743, Εὐρ. Ἱππ. 762, Πράξ Ἀπ. ι΄, 11. ΙΙ. ἡ πρώτη [[δύναμις]], [[ἐξουσία]], [[κράτος]], [[κυριότης]], [[οὐδαμοῦ]] παρ᾿ Ὁμ.· Διὸς ἀρχὴ Πινδ. Ο. 2. 106· [[συχν]]. παρ᾿ Ἡροδ. καὶ Τραγ., κλπ.· μεγάλην ἀρχὴν εὕρηκας Δημ. 557. 22, πρβλ. 69. 1· καὶ κατὰ πληθ. ἀρχαὶ πολισσόνομοι Αἰσχύλ. Χο. 864· τὰς ἐμὰς ἀρχὰς σέβειν Σοφ. Ἀντ. 744. κτλ.· [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] γεν. πράγματος, τῆσδ᾿ ἔχων ἀρχὴν χθόνος Σοφ. Ο. Κ. 737· ἀρχὴ τῶν νεῶν, τῆς θαλάσσης, τῆς Ἀσίας, [[ἐξουσία]] ἐπ᾿ αὐτῶν, Θουκ. 3. 90, Ξεν. Ἀθ. 2. 16, κτλ.: παροιμ., ἀρχὴ ἄνδρα δείξει Βίας παρ᾿ Ἀριστ. ἐν Ἠθ. Ν. 5. 1, 16, πρβλ. Δημ. 1455. 15· [[συχνάκις]] καὶ κατὰ πληθ., προστάγματα, [[ἐξουσία]], Τραγ. 2) [[κυριαρχία]], [[ἐξουσία]], [[κράτος]] ἢ [[βασίλειον]], ὡς: Κύρου, Περδίκκου ἀρχὴ, ὃ ἐ. Περσία, Μακεδονία, Ἡροδ. 1. 91, Θουκ. 1. 128, κτλ. 3) ἐν τῷ Ἀττικῷ πεζῷ λόγῳ, [[ἐξουσία]], [[ὑπούργημα]] ἐν τῇ κυβερνήσει, ἀρχὴν ἄρχειν, λαμβάνειν, ἔχειν ἢ λαμβάνειν ὑπούργημά τι, Ἡροδ. 3. 80., 4. 147· καταστήσας τὰς ἀρχὰς καὶ ἄρχοντας ἐπιστήσας Ἡροδ. 3. 89· εἰς ἀρχὴν καθίστασθαι, ἀναλαμβάνειν ὑπούργημά τι, Θουκ. 8. 70· γενέσθαι ἐπ᾿ ἀρχῆς Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 13, 19· ἀρχὴν εἰσιέναι Δημ. 1369. 19, κτλ.· ἀρχὴν λαχεῖν, ἐπιτυχεῖν (διὰ κλήρου) ὑπούργημά τι, ὁ αὐτ. 1306. 14· [[Ἑλληνοταμίαι]] [[τότε]] πρῶτον κατέστη ἀρχὴ Θουκ. 1. 96· ἔτι καὶ [[μετὰ]] ἑνικοῦ ὀνόματος, [[Κυθηροδίκης]] ἀρχὴ ἐκ τῆς Σπάρτης διέβαινεν [[αὐτόσε]] ὁ αὐτ. 4. 53: ― [[ὡσαύτως]] [[διάρκεια]] ἀξιώματός τινος, ἀρχῆς λοιποὶ αὐτῷ δύο μῆνες Ἀντιφῶν 146. 16· πρβλ. ἦρξαν τὴν ἐνιαύσιαν ἀρχὴν Θουκ. 6. 54. ― Εἰς τὰ ἀξιώματα [[ταῦτα]] ἠδύνατό τις νὰ ἀνέλθῃ κατὰ δύο τρόπους, διὰ χειροτονίας (ἀνατάσεως τῶν χειρῶν), καὶ [[τότε]] ἡ ἀρχὴ ἐκαλεῖτο χειροτονητή, ἢ διὰ κλήρου, καὶ [[τότε]] ἐκαλεῖτο κληρωτή, Αἰσχίν. 3. 35, πρβλ. 15. 11 4) κατὰ πληθ., αἱ ἀρχαί, οἱ ἄρχοντες, Θουκ. 5. 47, πρβλ. Ψήφισ. παρ᾿ Ἀνδοκ. 11. 29· [[ὡσαύτως]] ἡ [[ἀρχή]], περιληπτικῶς «ἡ [[κυβέρνησις]]», Δημ. 1145. 26· παραδιδόναι τινὰ τῇ ἀρχῇ Ἀντιφῶν 135. 8· οὕτω κατ᾿ ἀρχῆς γὰρ [[φιλαίτιος]] [[λεώς]], κατὰ τῆς ἐξουσίας, Αἰσχύλ. Ἱκ. 485· πομποὺς ἀρχὰς Αἰσχύλ. Ἀγ. 124.
}}
}}