3,273,762
edits
(6_11) |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(25 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=mousiki | |Transliteration C=mousiki | ||
|Beta Code=mousikh/ | |Beta Code=mousikh/ | ||
|Definition=(sc. | |Definition=(''[[sc.]]'' [[τέχνη]]), ἡ,<br><span class="bld">A</span> any [[art]] over which the [[Muses]] [[preside]]d, esp. [[poetry sung to music]], Pi.''O.''1.15, [[Herodotus|Hdt.]]6.129; μουσικῆς ἀγών Th.3.104, cf. ''IG''12.84.16, etc.; [[ποίησις]] ἡ κατὰ μουσικήν Pl.''Smp.''196e, cf. 205c; τίς ἡ τέχνη, ἧς τὸ [[κιθαρίζειν]] καὶ τὸ [[ᾄδειν]] καὶ τὸ [[ἐμβαίνειν]] [[ὀρθῶς]]; Answ. μουσικήν μοι δοκεῖς λέγειν Id.''Alc.''1.108d.<br><span class="bld">2</span> = [[ἀγὼν μουσικῆς]], ''IG'' 12(9).189.8 (Eretria, iv B. C.).<br><span class="bld">II</span> generally, [[art]] or [[letter]]s, μουσικῇ καὶ πάσῃ φιλοσοφίᾳ προσχρώμενος Pl.''Ti.''88c, cf. ''Phd.''61a, ''Prt.''340a; [[μουσική]], [[γράμματα]], [[γυμναστική]], as three branches of education, Id.''R.''403c, cf. X.''Lac.''2.1; with [[γραφική]] added, [[Aristotle|Arist.]]''[[Politica|Pol.]]''1337b24; ἐν μουσικῇ καὶ γυμναστικῇ παιδεύειν Pl.''Cri.''50d: metaph., εὑρὼν ἀκριβῆ μ. ἐν ἀσπίδι [[Euripides|E.]]''[[Supplices|Supp.]]''906. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μουσική:''' ἡ (''[[sc.]]'' [[τέχνη]] или [[ἐπιστήμη]])<br /><b class="num">1</b> [[музыкальное искусство]], [[музыка]] (μ. ἐστι ἡ [[τέχνη]], ἣς τὸ κιθαρίζειν καὶ τὸ ἄδειν καὶ τὸ ἐμβαίνειν [[ὀρθῶς]] Plat.);<br /><b class="num">2</b> [[общее образование]], [[духовная культура]] (μ. καὶ πάση [[φιλοσοφία]] Plat.): ἐν μουσικῇ καὶ γυμναστικῇ παιδεύειν Plat. воспитывать духовно и физически;<br /><b class="num">3</b> [[умение]], [[искусство]]: μ. ἐν ἀσπίδι Eur. умение владеть щитом, т. е. военное искусство. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μουσική''': ἡ. Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. δὲν ἐσημειώθη, ὅτι ἡ λέξ. ἐσήμαινε καὶ τὸν λεγόμενον κανόνα ἁρμονικόν, [[ἤτοι]] τὸ δεκαπεντάχορδον [[ὄργανον]], ὡς κεῖται παρὰ Νικ. Βρυεννίῳ καὶ ἐν τῷ Ἁγιοπολίτῃ φύλ. 2-3. 20 καὶ ἐν Cod. gr. Monac. ἀρ. 101, φύλ. 284, καθὼς ἐσημειώσατο τὰ χωρία [[ταῦτα]] ὁ [[ἡμέτερος]] Δωρ. Ἰω. Τζέτζης ἐν τῇ πραγματείᾳ [[αὐτοῦ]] Ueber die altgriech. Musik in der griech, Kirche. München, 1874, ἐν σελ. 32. 50. Κουμανούδ. Συναγ. Λεξ. Ἀθησ.) | |lstext='''μουσική''': ἡ. Ἐν τῷ Θησ. Στεφ. δὲν ἐσημειώθη, ὅτι ἡ λέξ. ἐσήμαινε καὶ τὸν λεγόμενον κανόνα ἁρμονικόν, [[ἤτοι]] τὸ δεκαπεντάχορδον [[ὄργανον]], ὡς κεῖται παρὰ Νικ. Βρυεννίῳ καὶ ἐν τῷ Ἁγιοπολίτῃ φύλ. 2-3. 20 καὶ ἐν Cod. gr. Monac. ἀρ. 101, φύλ. 284, καθὼς ἐσημειώσατο τὰ χωρία [[ταῦτα]] ὁ [[ἡμέτερος]] Δωρ. Ἰω. Τζέτζης ἐν τῇ πραγματείᾳ [[αὐτοῦ]] Ueber die altgriech. Musik in der griech, Kirche. München, 1874, ἐν σελ. 32. 50. Κουμανούδ. Συναγ. Λεξ. Ἀθησ.) | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (ΑΜ [[μουσική]])<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> η [[τέχνη]] του συνδυασμού τών ήχων με τρόπο που να προκαλεί στον ακροατή την [[αίσθηση]] της αρμονίας και του ρυθμού («η [[μουσική]] εξημερώνει τα ήθη»)<br /><b>2.</b> [[μουσικότητα]], μελωδικότητα («ο [[στίχος]] του έχει [[μουσική]]»)<br /><b>3.</b> η [[διδασκαλία]] του μαθήματος της μουσικής («[[αύριο]] την [[τρίτη]] ώρα έχουμε [[μουσική]]»)<br /><b>4.</b> γραπτή [[σημειογραφία]] μουσικών κομματιών<br /><b>5.</b> [[ορχήστρα]] μουσικών οργάνων («στην [[πλατεία]] θα παίξει η [[μουσική]] του δήμου»)<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «φωνητική [[μουσική]]» — η [[μουσική]] που γράφεται μόνο για φωνές, μερικές φορές και για [[άσμα]] συνοδείας<br />β) «οργανική [[μουσική]]» ή «ενόργανη [[μουσική]]» — η [[μουσική]] που εκτελείται μόνο από όργανα, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τη φωνητική<br />γ) «πολυφωνική [[μουσική]]» — η [[μουσική]] που γράφεται για πολλές φωνές οι οποίες αποτελούν αρμονικό [[σύνολο]]<br />δ) «θεωρητική [[μουσική]]» — η [[μουσική]] που ασχολείται με τη [[θεωρία]] τών ήχων<br />ε) «διατονική [[μουσική]]» — η [[μουσική]] που χρησιμοποιεί μόνο το διατονικό [[γένος]]<br />στ) «κλασική [[μουσική]]» — η [[μουσική]] που υπάγεται σε κανόνες οι οποίοι έχουν καθοριστεί από παλαιότερους μεγάλους συνθέτες<br />ζ) «περιγραφική [[μουσική]]» — ή «προγραμματική [[μουσική]]» — η [[μουσική]] με την οποία γίνεται [[προσπάθεια]] παράστασης με ήχους ορισμένου ψυχικού ή φυσικού φαινομένου<br />η) «[[μουσική]] δωματίου» — συνθέσεις για σύνολα δύο έως [[οκτώ]] οργάνων οι οποίες εκτελούνταν [[χωρίς]] μαέστρο και [[συνήθως]] σε [[δωμάτιο]] ή σε [[αίθουσα]] με μικρό [[ακροατήριο]] και οι οποίες αποτελούν [[σήμερα]] ιδιαίτερο [[είδος]], διατηρώντας το πρώτο χαρακτηριστικό<br /><b>μσν.</b><br />το [[δεκαπεντάχορδο]] όργανο<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κάθε]] [[τέχνη]] που προστατεύεται από τις Μούσες, [[ιδίως]] η λυρική [[ποίηση]] που ψάλλεται με [[μέλος]]<br /><b>2.</b> (γενικά) [[κάθε]] πνευματική [[επίδοση]], η [[αισθητική]] [[αγωγή]] και [[μόρφωση]], τα γράμματα και οι καλές τέχνες.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του θηλ. του επιθ. [[μουσικός]] (απ' όπου τα αγγλ. <i>music</i>, γαλλ. <i>musique</i>, γερμ. <i>Μusik</i>)]. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''μουσῐκὴ''': (δηλ. [[τέχνη]]), ἡ, πᾶσα [[τέχνη]] ἧς προστάτιδες ἦσαν αἱ Μοῦσαι, [[ἰδίᾳ]] ἡ [[μουσική]], ἢ [[μᾶλλον]] λυρικὴ [[ποίησις]] πρὸς [[μέλος]] ᾀδομένη, Ἡρόδ. 6. 129, Πινδ. Ο. 1. 22, πρβλ. Θουκ. 3. 104, Πλάτ. Συμπ. 196Ε, 205C· τίς ἡ [[τέχνη]], ἧς τὸ κιθαρίζειν καὶ τὸ ᾄδειν καὶ τὸ ἐμβαίνειν ὀρθῶς; Ἀπόκρ. μουσικήν μοι δοκεῖς λέγειν ὁ αὐτ. ἐν Ἀλκ. 1. 108C,D. ΙΙ. [[καθόλου]], [[τέχνη]], γράμματα, [[παιδεία]], Ἡρόδ. 3. 131, Πλάτ. κτλ.· μουσικῇ καὶ πάσῃ φιλοσοφίᾳ προσχρώμενος Πλάτ. Τίμ. 88C, πρβλ. Φαίδωνα 61Α, Stallb. εἰς Πρωτ. 340Α· οἱ [[τρεῖς]] κλάδοι τῆς Ἀθηναϊκῆς παιδεύσεως ἦσαν [[μουσική]], γράμματα, γυμναστική, Πλάτ. Εὐθύδ. 276Α, Πολ. 403C, Θεάγ. 122Ε, Ξεν. Λακ. 2. 1, πρβλ. Ἀριστ. Πολιτικ. 8. 3, 7 ([[ἔνθα]] προστίθεται ἡ γραφική, ἡ ζωγραφικὴ ἢ [[ἰχνογραφία]]), ἴδε Becker Charikles 1, σ. 48 κἑξ.· ἐν μουσικῇ καὶ γυμναστικῇ παιδεύειν, ἐκπαιδεύειν τό τε [[πνεῦμα]] καὶ τὸ [[σῶμα]], Πλάτ. Κρίτων 50D. - Τὸ [[χωρίον]] ἐν Εὐρ. Ἱκέτ. 904-8 πιθ. [[εἶναι]] ὑποβολιμαῖον, ἴδε Δινδ. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μουσῐκή:''' (ενν. [[τέχνη]]), ἡ,<br /><b class="num">I.</b> [[κάθε]] [[τέχνη]] της οποίας προστάτιδες ήταν οι Μούσες, [[ιδίως]] η [[μουσική]] ή η λυρική [[ποίηση]], σε Ηρόδ., Αττ.<br /><b class="num">II.</b> γενικά η [[τέχνη]], γράμματα, [[μάθηση]], σε Ηρόδ., Πλάτ.· οι νεαροί Αθηναίοι διδάσκονταν [[μουσική]], γράμματα, [[γυμναστική]], σε Πλάτ., Αριστοφ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[sc. [[τέχνη]]<br /><b class="num">I.</b> any art [[over]] [[which]] the Muses presided, esp. [[music]] or lyric [[poetry]], Hdt., [[Attic]]<br /><b class="num">II.</b> [[generally]], art, letters, [[accomplishment]], Hdt., Plat.; [[young]] Athenians were taught [[μουσική]], γράμματα, γυμναστική, Plat., Arist. | |||
}} | |||
{{WoodhouseReversedUncategorized | |||
|woodrun=[[literature]], [[music]], [[refinement]], [[letters]] | |||
}} | |||
{{lxth | |||
|lthtxt=''[[musica]]'', [[music]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:3.104.5/ 3.104.5]. | |||
}} | |||
{{trml | |||
|trtx====[[music]]=== | |||
Abkhaz: амузика; Acehnese: musik; Afrikaans: musiek, mëzikë; Albanian: muzikë; Amharic: ሙዚቃ; Arabic: مُوسِيقَى, مُوسِيقَا, طَرَب; Egyptian Arabic: مزّيكا; Hijazi Arabic: موسيقى; Aragonese: mosica; Aramaic Classical Syriac: ܙܡܪܐ; Armenian: երաժշտություն; Aromanian: muzicã; Assamese: সংগীত; Asturian: música; Azerbaijani: musiqi; Balinese: ᬫᬸᬲᬶᬓ᭄; Bashkir: музыка; Basque: musika; Bavarian: Musi; Belarusian: музыка; Bengali: সঙ্গীত, গান; Breton: sonerezh; Bulgarian: музика; Burmese: ဂီတ; Buryat: хүгжэм; Carpathian Rusyn: музика; Catalan: música; Old Catalan: musica; Chayuco Mixtec: mazica; Chechen: музыка, эшар; Cherokee: ᏗᎧᏃᎩᏛ; Chinese Cantonese: 音樂/音乐; Dungan: йинйүә; Hakka: 音樂/音乐; Mandarin: 音樂/音乐; Min Dong: 音樂/音乐; Min Nan: 音樂/音乐; Wu: 音樂/音乐; Chuvash: кӗвӗ, мусӑк; Coptic: ⲟⲩⲗⲗⲉ; Cornish: musik, ilow; Corsican: musica; Czech: hudba, muzika; Danish: musik; Dhivehi: މިއުޒިކް; Dutch: [[muziek]]; Elfdalian: musik; Erzya: музыка, седямо; Esperanto: muziko; Estonian: muusika; Farefare: yʋʋmʋm; Faroese: tónleikur; Finnish: musiikki; French: [[musique]]; Old French: musique, musike; Middle French: musique; Friulian: musiche; Galician: música; Georgian: მუსიკა; German: [[Musikstück]], [[Musik]], [[Musik]], [[Tonkunst]]; Greek: [[μουσική]]; Ancient Greek: [[μουσική]]; Greenlandic: nipilersorneq; Gujarati: સંગીત; Haitian Creole: mizik; Hawaiian: mele, pila hoʻokani; Hebrew: מוּזִיקָה; Hiligaynon: musika; Hindi: संगीत, मूसीक़ी; Hungarian: zene, muzsika; Icelandic: tónlist, hljómlist; Ido: muziko; Indonesian: musik; Irish: ceol; Old Irish: ceól; Italian: [[musica]]; Japanese: 音楽, ミュージック; Javanese: musik; Kalmyk: көгҗм; Kannada: ಸಂಗೀತ; Kashmiri: موسیٖقی; Kashubian: mùzyka; Kazakh: музыка, саз; Khmer: ភ្លេង, តន្ត្រី; Korean: 음악(音樂); Kurdish Central Kurdish: موسیقی, موسیقا, مووزیک; Northern Kurdish: muzîk; Kyrgyz: музыка; Ladino: muzika, מוזיקה; Lao: ດົນຕີ, ເພງ; Latin: [[musica]], [[musice]]; Latvian: mūzika; Ligurian: mûxica; Lithuanian: muzika; Lombard: musica; Low German Dutch Low Saxon: meziek; German Low German: Musik; Luxembourgish: Musek; Macedonian: музика; Maguindanao: gunigunien; Malay: muzik, gita, bunyi-bunyian; Malayalam: സംഗീതം; Maltese: mużika; Manchu: ᡴᡠᠮᡠᠨ; Manx: bingys, kiaull; Maranao: bonibonian; Marathi: संगीत; Middle English: musike, drem, song; Minangkabau: musik; Mòcheno: musik; Mongolian Cyrillic: хөгжим; Mongolian: ᠬᠥᠭᠵᠢᠮ; Nepali: संगीत; Norman: musique, mûsique; Northern Sami: musihkka; Norwegian Bokmål: musikk; Occitan: musica; Odia: ସଂଗୀତ; Okinawan: 音楽; Old English: drēam; Old Galician-Portuguese: musica; Old Occitan: muzica; Old Polish: gędźba; Ossetian: музыкӕ; Ottoman Turkish: موسیقی; Pashto: موسيقي; Persian Dari: مُوسِیقِی; Iranian Persian: موسیقی, موزیک; Classical Persian: مُوسِیقِی; Picard: musique; Piedmontese: mùsica; Polish: muzyka; Portuguese: [[música]]; Punjabi: ਸੰਗੀਤ; Rohingya: gan, tal; Romagnol: mùșica; Romanian: muzică; Romansch: musica; Russian: [[музыка]]; Sanskrit: सङ्गीत; Sardinian: musica; Scots: muisic; Scottish Gaelic: ceòl; Serbo-Croatian Cyrillic: му̀зика, гла̀зба; Roman: mùzika, glàzba; Sicilian: mùsica; Sindhi: ميوزڪ; Sinhalese: සංගීතය; Slovak: hudba, muzika; Slovene: glasba; Sorbian Lower Sorbian: muzika; Upper Sorbian: hudźba; Sotho: mmino; Spanish: [[música]]; Old Spanish: musica; Sranan Tongo: poku; Swahili: muziki; Swedish: musik; Tagalog: musika, palalinigan; Tajik: мусиқӣ; Tamil: சங்கீதம், இசை; Tatar: музыка; Telugu: సంగీతము; Thai: ดนตรี, เพลง; Tibetan: རོལ་གཞས, རོལ་དབྱངས, རོལ་མོ; Tigrinya: ሙዚቃ; Tofa: һобус; Turkish: müzik, ezgi, musiki; Turkmen: saz; Tuvan: хөгжүм, музыка, аялга; Ukrainian: музика; Urdu: سَن٘گِیت, مُوسِیقِی; Uyghur: مۇزىكا; Uzbek: musiqa, muzika; Venetian: mùxega; Vietnamese: âm nhạc; Volapük: musig; Walloon: muzike; Welsh: cerddoriaeth, miwsig; West Frisian: muzyk; Western Panjabi: موسیقی; Yakut: музыка, муусука; Yiddish: מוזיק; Yoruba: orin; Yucatec Maya: paax; Zhuang: yinhyoz | |||
}} | }} |