Anonymous

φάλκης: Difference between revisions

From LSJ
6_19
(13_4)
(6_19)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1253.png Seite 1253]] ὁ, auch φάλκις u. [[φόλκις]], ὁ, ein Stück am Schiffe, nach Poll. 1, 85. 86 u. a. VLL. τὸ τῇ στείρᾳ προσηλούμενον, Planken, Balken, wahrscheinlich = [[φάλαγξ]]; vgl. Buttm. Lexil. I p. 246.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1253.png Seite 1253]] ὁ, auch φάλκις u. [[φόλκις]], ὁ, ein Stück am Schiffe, nach Poll. 1, 85. 86 u. a. VLL. τὸ τῇ στείρᾳ προσηλούμενον, Planken, Balken, wahrscheinlich = [[φάλαγξ]]; vgl. Buttm. Lexil. I p. 246.
}}
{{ls
|lstext='''φάλκης''': -ου, ὁ, κεκαμμένον [[ξύλον]] ἐκ τῶν πρὸς ναυπηγίαν χρησίμων, [[πλευρά]], κατὰ τὸν [[Πολυδ]]., τὸ τῇ στείρᾳ προσηλούμενον, τούτου δὲ τὸ ἐσωτερικὸν [[μέρος]] ἐκαλεῖτο ἐφολκὶς ἢ [[ῥινωτηρία]].<br />(Πρβλ. ἐμφαλκόω, φόλκος· Λατ. falx, καὶ [[ἴσως]] falcio, falco· τὸ Ἀρχ. Γερμ. balco (balk) ἔπρεπε κατὰ τὸν κανόνα νὰ ἦτο balbo ἢ balgo).
}}
}}