Anonymous

ὀρός: Difference between revisions

From LSJ
1,151 bytes added ,  5 August 2017
6_4
(13_6a)
(6_4)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0385.png Seite 385]] ὁ, die <b class="b2">Molken</b>, der wässerige Theil der geronnenen Milch, serum; ναῖον δ' ὀρῷ ἄγγεα, Od. 9, 222; ὀρὸν πίνων, 17, 225; Eust. erkl. ἡ τοῦ γάλακτος [[ὑποστάθμη]] od. [[ὑδατώδης]] τοῦ γάλακ τος [[ὑπόστασις]], Arist. H. A. 3, 20; Theophr. u. A.; – auch der wässerige Theil des Blutes, φλέγματος, Plat. Tim. 83 d, vgl. [[ὀῤῥός]]; u. des Theeres, sonst ὀρόπισσα; u. übh. eine Feuchtigkeit, ὁ σπερματικὸς [[ὀῤῥός]], Plut. placit. phil. 5, 23.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0385.png Seite 385]] ὁ, die <b class="b2">Molken</b>, der wässerige Theil der geronnenen Milch, serum; ναῖον δ' ὀρῷ ἄγγεα, Od. 9, 222; ὀρὸν πίνων, 17, 225; Eust. erkl. ἡ τοῦ γάλακτος [[ὑποστάθμη]] od. [[ὑδατώδης]] τοῦ γάλακ τος [[ὑπόστασις]], Arist. H. A. 3, 20; Theophr. u. A.; – auch der wässerige Theil des Blutes, φλέγματος, Plat. Tim. 83 d, vgl. [[ὀῤῥός]]; u. des Theeres, sonst ὀρόπισσα; u. übh. eine Feuchtigkeit, ὁ σπερματικὸς [[ὀῤῥός]], Plut. placit. phil. 5, 23.
}}
{{ls
|lstext='''ὀρός''': ἀκολούθως [[ὀρρός]] (ἴδε κατωτ.)· [[οὖρος]] Νικ. Θηρ. 708· ὁ· - τὸ ὑδατῶδες [[μέρος]] τοῦ γάλακτος, «τυρόγαλον», ναῖον δ’ ὀρῷ [[ἄγγεα]] πάντα Ὀδ. Ι. 222· ὀρὸν πίνων Ρ. 225, πρβλ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 3. 20, 6, Εὐστ. εἰς Ὀδ. ἔνθ’ ἄνωτ. 2) τὸ ὑδατῶδες [[μέρος]] τοῦ αἵματος, Πλάτ. Τίμ. 83D. 3) τὸ ὑγρὸν [[μέρος]] τῆς πίσσης, ὀρὸς πίσσης Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 9, 2· ἀλλαχοῦ ὀρόπισσα, [[ὀρρόπισσα]], ἴδε Δουκάγγ. 4) ὀρὸς [[σπερματικός]], Πλούτ. 2. 909Ε. - Ὁ [[τύπος]] ὀρρὸς πρῶτον ἀπαντᾷ παρ’ Ἀριστ., ἐκτὸς ἂν ἀναγνώσωμεν αὐτὸν καὶ παρ’ Ἱπποκράτει ἐν τῷ περὶ Διαίτ. Ὀξ. 383. (Πρβλ. Σανσκρ. saras ([[ὡσαύτως]] saram, [[ὕδωρ]]), Λατ. serum· πρβλ. [[τυρός]].)
}}
}}