Anonymous

θυροειδής: Difference between revisions

From LSJ
m
LSJ1 replacement
(6_7)
m (LSJ1 replacement)
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=thyroeidis
|Transliteration C=thyroeidis
|Beta Code=quroeidh/s
|Beta Code=quroeidh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">like a door</b>, <b class="b3">τόπος</b> dub. in <span class="title">Hippiatr.</span>40 (v. <b class="b3">θυρεοειδής</b>) <b class="b3">; τὸ θ. τρῆμα</b> <b class="b2">the opening in the os pubis</b>, Gal.2.414.</span>
|Definition=θυροειδές, [[door-like]], [[like a door]], [[τόπος]] dub. in ''Hippiatr.''40 (v. [[θυρεοειδής]]); τὸ [[θυροειδὲς τρῆμα]] = [[obturator foramen]], [[foramen obturatum]], the [[opening]] in the [[os pubis]], Gal.2.414.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θῠροειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] θύρᾳ, Ἱππιατρ. 140 18. - θυροειδές, τό, τὸ [[ἄνοιγμα]] τοῦ ἡβικοῦ ὀστοῦ, διὰ τοῦ τῆς ἥβης ὀστέου τρήματος, ὃ καλοῦσι θυροειδὲς Γαλην. τ. 2. 414, 1, πρβλ. [[θυρεοειδής]].
|lstext='''θῠροειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] θύρᾳ, Ἱππιατρ. 140 18. - θυροειδές, τό, τὸ [[ἄνοιγμα]] τοῦ ἡβικοῦ ὀστοῦ, διὰ τοῦ τῆς ἥβης ὀστέου τρήματος, ὃ καλοῦσι θυροειδὲς Γαλην. τ. 2. 414, 1, πρβλ. [[θυρεοειδής]].
}}
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[θυροειδής]], -ές)<br /><b>1.</b> αυτός που μοιάζει με [[θύρα]] ή έχει [[θέση]] θύρας ή φράγματος<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> <b>ανατ.</b> «θυροειδές [[τρήμα]]» — ευρύ [[άνοιγμα]] του ανώνυμου οστού της πυέλου<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ανατ.</b> αυτός που έχει [[σχέση]] με το θυροειδές [[τρήμα]] (α. «[[θυροειδής]] μυς» β. «[[θυροειδής]] [[πόρος]]» γ. «[[θυροειδής]] [[υμένας]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θύρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ειδής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[είδος]]), [[πρβλ]]. [[σπειροειδής]], [[σφαιροειδής]]].
}}
}}