Anonymous

πορθμευτικός: Difference between revisions

From LSJ
6_11
(13_1)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0683.png Seite 683]] zum [[πορθμεύς]] od. zur [[πορθμεία]] gehörig, sich mit Seefahren beschäftigend, Arist. pol. 4, 4 u. Sp. c
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0683.png Seite 683]] zum [[πορθμεύς]] od. zur [[πορθμεία]] gehörig, sich mit Seefahren beschäftigend, Arist. pol. 4, 4 u. Sp. c
}}
{{ls
|lstext='''πορθμευτικός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς πορθμέα ἢ ἀσχολούμενος εἰς τὸ πορθμεύειν, «τοῦ δήμου εἴδη· ἓν μὲν οἱ γεωργοί, ἕτερον δὲ περὶ τὰς τέχνας… [[ἄλλο]] δὲ τὸ περὶ τὴν θάλατταν· καὶ τούτου τὸ μὲν πολεμικόν, τὸ δὲ χρηματιστικόν, τὸ δὲ προθμευτικόν» Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 4, 21.
}}
}}