Anonymous

ἐξουσιαστικός: Difference between revisions

From LSJ
6_11
(c1)
(6_11)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0889.png Seite 889]] ή, όν, eigenmächtig, adv. im compar., Pol. 5, 26, 3.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0889.png Seite 889]] ή, όν, eigenmächtig, adv. im compar., Pol. 5, 26, 3.
}}
{{ls
|lstext='''ἐξουσιαστικός''': ή, ον, ὁ ἔχων ἐξουσίαν, ἐξ. [[λόγος]] Σύμμ. ἐν Ἐκκλ. Η΄, 4, κλ. - Ἐπίρρ. -κῶς Ἰαμβλ. Βίος Πυθ. 217· ἐν τῷ συγκρ. -ώτερον Πολύβ. 5. 26, 3. - Ἐν τῇ γραμματικῇ τὰ ῥήματα τὰ σημαίνοντα ἐξουσίαν, ὡς π.χ. ἄρχω, [[κυριεύω]], βασιλεύω, λέγονται ἐξουσιαστικά.
}}
}}