Anonymous

ἀποχωρίζω: Difference between revisions

From LSJ
6_13b
(13_3)
(6_13b)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0337.png Seite 337]] absondern, trennen, τὸ χεῖρον ἀπὸ βελτίονος Plat. Soph. 226 d; [[αἷμα]] ἐξ ἰνῶν ἀποχωριζόμενον Tim. 84 a; τὰς τάξεις Lys. 16, 16, abtreten lassen, wegschicken.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0337.png Seite 337]] absondern, trennen, τὸ χεῖρον ἀπὸ βελτίονος Plat. Soph. 226 d; [[αἷμα]] ἐξ ἰνῶν ἀποχωριζόμενον Tim. 84 a; τὰς τάξεις Lys. 16, 16, abtreten lassen, wegschicken.
}}
{{ls
|lstext='''ἀποχωρίζω''': μέλλ. Ἀττ. -ῐῶ: -[[χωρίζω]] ἢ [[ἀποχωρίζω]] τὶ ἀπό τινος, τὸ [[χεῖρον]] ἀπὸ βελτίονος Πλάτ. Σοφ. 226D, πρβλ. Πολιτικ. 289C: - Παθ. ἀποχωρίζομαι ἀπό τινος, πυρὸς ὁ αὐτ. Τίμ. 59D· ἐξ ἰνῶν [[αἷμα]] ἀπ. [[αὐτόθι]] 84Α. 2) [[ἀποχωρίζω]], τίθημί τι [[χωρίς]], κατ’ ἰδίαν, ἀπομακρύνω τὸ ἕν ἀπὸ τοῦ ἄλλου, ἀποχωρίσαι τάξεις Λυσ. 147.17· ἀπ. ὡς ἕν [[εἶδος]], [[χωρίζω]] καὶ [[κατατάσσω]] εἰς μίαν τάξιν, Πλάτ. Πολιτ. 262D.
}}
}}