Anonymous

ἀπόπληκτος: Difference between revisions

From LSJ
6_15
(13_5)
(6_15)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0319.png Seite 319]] niedergeschlagen, a) vom Schlagfluß getroffen, Her. 1, 167; Medic.; τὰς γνάθους, von Einem, der verstummt, Ar. Vesp. 948. – b) betäubt, bestürzt, Soph. Phil. 721; sinnlos, dumm, Her. 2, 173; neben [[ἄφρων]] Dem. 21, 143; Dio Chrys. II, 403. – καὶ παντελῶς μαινόμενος Dem. 34, 16.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0319.png Seite 319]] niedergeschlagen, a) vom Schlagfluß getroffen, Her. 1, 167; Medic.; τὰς γνάθους, von Einem, der verstummt, Ar. Vesp. 948. – b) betäubt, bestürzt, Soph. Phil. 721; sinnlos, dumm, Her. 2, 173; neben [[ἄφρων]] Dem. 21, 143; Dio Chrys. II, 403. – καὶ παντελῶς μαινόμενος Dem. 34, 16.
}}
{{ls
|lstext='''ἀπόπληκτος''': -ον, ([[ἀποπλήσσω]]) ὁ παθὼν ἀποπληξίαν. 1) [[ἀπόπληκτος]] κατὰ τὸν νοῦν, ὡς τὸ Λατ. attomitus, [[ἐμβρόντητος]], Ἡρόδ. 2. 173, πρβλ. Σοφ. Φ. 731· οὐχ [[οὕτως]] [[ἄφρων]] οὐδ’ [[ἀπόπληκτος]] Δημ. 561. 10· ἀπ. καὶ παντελῶς μαινόμενος ὁ αὐτ. 912. 10. 2) κατὰ τὸ [[σῶμα]], [[ἀνάπηρος]] καταστάς. Λατ. sideratus, Ἡρόδ. 1. 167, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Σκευαῖς» 1· [[ἀπόπληκτος]] [[ἐξαίφνης]] ἐγένετο τὰς γνάθους, «πιάσθηκαν τὰ σαγόνια του», κατέστη [[ἄλαλος]], Ἀριστοφ. Σφ. 948. 3) παρ’ ἰατρ. συγγραφεῦσιν, ὁ ὑπὸ ἀποπληξίας προσβληθείς, Ἱππ. Ἀφ. 1247· ἢν δὲ ἀπόπληκτον ὁ Ἱπποκράτης εἴπῃ [[σκέλος]] τὸ κατ’ ἴξιν, ὡς νεκρῶδες, τὸ ἀχρεῖον καὶ τὸ ἀναλθὲς θέλει φράσαι Ἀρετ. π. Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 7: - ἀπόπληκτοι, ἀποπληκτικαὶ νόσοι, ἀποπληξίαι, Ἱππ. Ἀφ. 1247.
}}
}}