Anonymous

πυρσοφόρος: Difference between revisions

From LSJ
6_18
(c2)
(6_18)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0825.png Seite 825]] Feuer tragend, hervorbringend; ὀϊστοί, wie πυρφόροι, D. Sic. 20, 48; [[νάρθηξ]], Nonn. 7, 340.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0825.png Seite 825]] Feuer tragend, hervorbringend; ὀϊστοί, wie πυρφόροι, D. Sic. 20, 48; [[νάρθηξ]], Nonn. 7, 340.
}}
{{ls
|lstext='''πυρσοφόρος''': -ον, ὁ φέρων πῦρ, [[νάρθηξ]] Νόνν. Δ. 7. 340, κτλ.· - παρὰ Διοδ. 20. 48, πυρφόρους ἐκ διορθώσεως τοῦ L. Dind. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., «[[ἀγγεῖον]] εὐμέγεθες, εἰς ὃ ξύλα ἐτίθεσαν πεπυρωμένα. ἢ ὁ τὸ πῦρ φέρων ἀπὸ τοῦ πρώτου βωμοῦ ἐπὶ τὰ ὅρια, καὶ φυλάττων μὴ ἀποσβεσθῇ» Ἡσύχ.
}}
}}